Άλλη μια φορά ο Αλέξης Τσίπρας αναφέρθηκε εκτενώς στην ανάγκη των προοδευτικών δυνάμεων να συνασπιστούν και να χτίσουν ένα μπλοκ που θα προασπιστεί τη δημοκρατία και τη δικαιοσύνη στη χώρα.
Κλείνοντας τις εργασίες της τρίτης ημερίδας που οργάνωσε το Ινστιτούτο του την Πέμπτη (6/2) στο Ωδείο Αθηνών ο πρώην πρωθυπουργός μίλησε στην παρέμβασή του για την ελπίδα που αναζητείται για «μια νέα ανάγνωση και στάση, χωρίς τα χτεσινά στερεότυπα και τους κομματικούς, μικροκομματικούς, ή και προσωπικούς εγωισμούς».
Όλα αυτά παρόντων στελεχών από τον ΣΥΡΙΖΑ, τη Νέα Αριστερά αλλά και όχι μόνο που ανήκαν στο ευρύ ακροατήριο.
Σύμφωνα με τον Αλ. Τσίπρα «η πρωτοφανής σε όγκο, αλλά και στην ώριμη και δημοκρατική αποφασιστικότητα, πρόσφατη κινητοποίηση με το αίτημα για δικαιοσύνη, φως, οξυγόνο αποτελεί μια απάντηση ελπίδας», διότι την ίδια στιγμή «συνένωσε εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες με διαφορετικές πολιτικές ή και κομματικές προτιμήσεις, διαφορετικά ιδεολογικά πιστεύω, από διαφορετικά κοινωνικά στρώματα σε μια μαχητική ομοφωνία δημοκρατίας και δικαιοσύνης».
Κατάφερε δε ν’ αποδείξει πως «έχουν άδικο οι Κασσάνδρες». Αντιθέτως «έδειξε με τον πιο ανάγλυφο τρόπο ότι η Ελλάδα που αντιστέκεται είναι πληγωμένη, αλλά παρούσα». Ότι «στην τυφλότητα και στην κωφότητα αντιπαρατάσσει την κινητοποίηση».
«Να γίνουν η λύση και όχι το πρόβλημα»
Τις απορίες του βέβαια τις εξέφρασε για το αν «μπορούν να επαναφέρουν την εμπιστοσύνη και να συμφωνήσουν σε ένα μίνιμουμ σχέδιο αλλαγών και μεταρρυθμίσεων που θα επουλώσει τις πληγές της δημοκρατίας και της δικαιοσύνης, όταν δε μπορούν να συμφωνήσουν ακόμη και για έναν κοινό βηματισμό μέσα στο Κοινοβούλιο».
Αναγνώρισε μάλιστα ότι «η εικόνα εκεί έξω δεν είναι καλή, ούτε για την αντιπολίτευση, ανεξάρτητα ποιος έχει το δίκιο και ποιος το άδικο».
«Ξέρω καλά εγώ ποιος έχει το δίκιο και ποιος το άδικο», ανέφερε εκτός χαρτιού, αλλά περιέγραψε μια κατάσταση που «μας αφορά όλους, τον καθένα και την καθεμιά μας, αλλά και μας υπερβαίνει ταυτόχρονα, με την έννοια ότι είναι ευθύνη πρωτίστως των ηγεσιών της προοδευτικής αντιπολίτευσης να δώσουν απαντήσεις».
Όπως κατέληξε ο πρώην πρωθυπουργός «τα Τέμπη, η Πύλος, οι υποκλοπές, οι μεγάλες λαϊκές κινητοποιήσεις, αποτελούν μια προειδοποίηση». Μια προειδοποίηση που προϊδεάζει και προειδοποιεί για τον κίνδυνο «να γίνουν μέρος του προβλήματος κι εκείνοι που εκ των πραγμάτων οφείλουν να είναι μέρος της λύσης» στην περίπτωση που «δεν υπάρξει έγκαιρη και πειστική απάντηση που θα λάβει υπόψη τις διεργασίες και τις αντιδράσεις της κοινωνίας».
«Βρισκόμαστε στο κατώφλι μιας πολύ σκοτεινής εποχής»
Στην έναρξη της ομιλίας του ο κ. Τσίπρας εξήγησε ότι «δεν είχαμε υπολογίσει την εφιαλτική της επικαιρότητα. Δεν είχαμε προβλέψει αυτό το απίστευτο ξέσπασμα των πολιτών απέναντι στην πνιγηρή ατμόσφαιρα της συγκάλυψης».
Επί της ουσίας ήταν η αφετηρία της ολομέτωπης επίθεσης στην κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας και προσωπικά στον Κυριάκο Μητσοτάκη για τους χειρισμούς της πενταετίας σε ζητήματα θεσμών, διαφάνειας και δικαιοσύνης.
«Στις ημέρες μας η δημοκρατία δεν καταλύεται με πραξικοπήματα, υπονομεύεται με νέους τρόπους και σ’ ένα πιο σύνθετο περιβάλλον» επεσήμανε χαρακτηριστικά εστιάζοντας σε «αυταρχικές πρακτικές» που «κερδίζουν έδαφος παντού» σε σημείο που «αμφισβητείται πλέον η χρησιμότητα του διεθνούς δικαίου ως κανονιστικού πλαισίου έναντι του δίκιου του ισχυρού».
«Ο εμπαιγμός συνεχίζεται»
«Βρισκόμαστε στο κατώφλι μιας πολύ σκοτεινής εποχής» ισχυρίστηκε και προειδοποίησε πως «αν αποδεχθούμε το δίκαιο του ισχυρού στις διεθνείς σχέσεις, θα το αποδεχθούμε στις χώρες και στη ζωή μας».
Κατά τον Αλ. Τσίπρα «ο μεγάλος ασθενής στην Ελλάδα δεν είναι η οικονομία, αλλά η θεσμική λειτουργία της δημοκρατίας και ιδιαίτερα η λειτουργία της δικαιοσύνης». Διότι, επικαλούμενος τις υποκλοπές, «ο πρωθυπουργός επέλεξε να παρακολουθεί τους πολιτικούς αντιπάλους του, δημοσιογράφους, οικονομικούς παράγοντες και το μισό υπουργικό του συμβούλιο».
Παράλληλα «η κυβέρνηση επέλεξε την τακτική της συγκάλυψης σε όλες τις κρίσιμες υποθέσεις όπου μάλιστα συνελήφθη ψευδόμενη», με απώτερο στόχο, όπως και στην τραγωδία των Τεμπών «να διευρύνει» από τη μία και «να διατηρήσει» από την άλλη την εξουσία της.
«Ο εμπαιγμός συνεχίζεται» κατάθεσε ο Αλέξης Τσίπρας, καθώς «κανείς δεν αισθάνεται την ανάγκη να δώσει εξηγήσεις».
«Αν η υπόθεση των υποκλοπών κακοποίησε το κράτος δικαίου, η υπόθεση των Τεμπών δεν είναι η ίδια. Είναι ένα τραύμα ανοικτό που αιμορραγεί» ανέφερε ακόμα, χαρακτηρίζοντας «την επομένη ημέρα της τραγωδίας ως τον πιο αδιάψευστο καθρέφτη «της υποκρισίας, του κυνισμού, της καθεστωτικής αδιαφορίας για την ανθρώπινη ζωή».
«Μπάζωσαν με ψέματα και fake news τον δρόμο για τις εκλογές»
Σε αυτό το σημείο ο πρώην πρωθυπουργός έκανε λόγο για βαρύτατες ευθύνες, για εκποίηση κάθε έννοιας δικαιοσύνης, για αλαζονική συμπεριφορά και ύβρη προς «όσους επέμεναν να αναζητούν την αλήθεια, ακόμη και στους γονείς των θυμάτων. Ήταν οι συνομοσιολόγοι, ήταν οι τερατουργοί, ήταν οι ψεκασμένοι».
«Ακόμα πιο σκανδαλώδης από τα ίδια τα εγκλήματα υπήρξε η επιχείρηση της συγκάλυψής τους με τον ίδιο πανομοιότυπο τρόπο, την ίδια μανιέρα» κατάθεσε και γύρισε τον χρόνο πίσω για να υποστηρίξει πως «η συζήτηση δεν θα τελείωνε τις επόμενες ημέρες, αλλά θα έφτανε ως και τη μέρα των εκλογών» με απόδοση ευθυνών.
Ωστόσο, «έπρεπε πάση θυσία να ξεχαστεί. Γι’ αυτό και οι μπουλντόζες έλαβαν εντολή να μπαζώσουν το επόμενο κιόλας πρωινό. Για να θάψουν το έγκλημα, για να ξεχαστεί το έγκλημα. Μπάζωσαν με ψέματα και fake news τον δρόμο για τις εκλογές».
Όπως προειδοποίησε πάντως «η αλήθεια επιστρέψει παρά τα μπαζώματα γιατί είναι πεισματάρα».
«Πρόεδρος επιστάτης ο Τασούλας»
«Η ίδια κόκκινη γραμμή διαπερνά τη στάση της κυβέρνησης σε όλα τα επίπεδα» συμπλήρωσε ο Αλέξης Τσίπρας, χαρακτηρίζοντας μεταξύ άλλων τον Κωνσταντίνο Τασούλα ως «πρόεδρο επιστάτη της κυβερνητικής πλειοψηφίας».
Ο ίδιος απόρησε με νόημα για το γεγονός πως «η κυβέρνηση, ενώ έχει φέρει στη Βουλή εκατοντάδες αλλαγές στη ποινική νομοθεσία, ενώ έχει ψηφίσει άλλους εκτελεστικούς νόμους, δεν έχει τροποποιήσει τον εκτελεστικό νόμο περί ευθύνης υπουργών».
«Μήπως το ξέχασαν; Μήπως τους διέφυγε; Ή μήπως μετά τις υποκλοπές και τα Τέμπη υπάρχει σκοπιμότητα;» αναρωτήθηκε ρητορικά. «Δεν έχει παρά να φέρει άμεσα στη Βουλή προς κύρωση τον νόμο» συνέχισε, εξηγώντας ότι σε διαφορετική περίπτωση «θα είναι σαν να επιβεβαιώνει, όχι μόνο σκοπιμότητα συγκάλυψης αλλά και την ίδια την ενοχή του για τις συγκλονιστικές αυτές υποθέσεις».
Ο πρώην πρωθυπουργός έκανε επίσης αναφορές στην επικείμενη συνταγματική αναθεώρηση που αποτέλεσε και το αντικείμενο διαλόγου στο ένα από τα δύο πάνελ. Σύμφωνα με τον ίδιο, θα ήταν σώφρον «να αποφύγουμε το άλλο άκρο. Να μην έχουμε μια δικαστική εξουσία που δεν ελέγχεται από καμιά άλλη εξουσία. Να βρούμε τη χρυσή τομή».
«Μαζί με τα ξερά καίει και τα χλωρά
Μία από τις προτάσεις με τις οποίες συμφώνησε ήταν η μείωση του αριθμού αντιπροέδρων στα ανώτατα δικαστήρια. Συμπέρανε πάντως ότι δεν είναι «θέμα τεχνοκρατικών λύσεων» η αντιμετώπιση του προβλήματος. Απαιτείται κάλυψη του κενού εμπιστοσύνης απέναντι στο πολιτικό σύστημα και στη δικαιοσύνη, όπως αποκάλυψε η έρευνα της Metron Analysis.
«Φοβάμαι το σκοτάδι που μπορεί να κυοφορήσει η σημερινή απαξίωση», σχολίασε. Μια απαξίωση που «μαζί με τα ξερά καίει και τα χλωρά» με αποτέλεσμα την αποχή από τις δημοκρατικές διαδικασίες που αφήνει την «Κερκόπορτα ανοιχτή για να περάσει το τέρας της ακροδεξιάς, του ρατσισμού και του διαλυτικού μίσους».
«Αγωνίζομαι για να βρω δικαιοσύνη για τον αδερφό μου»
Με την προσοχή στραμμένη στις εξελίξεις που προκύπτουν αλλεπάλληλα για τη διαχείριση της τραγωδίας στα Τέμπη, είχε ξεχωριστή αξία η, νωρίς στην ημερίδα, παρέμβαση του Βαγγέλη Βλάχου, αδερφού Βάιου – ενός εκ των 58 θυμάτων στα Τέμπη.
Ο κ. Βλάχος μίλησε για μια μάχη διετίας που δεν θα διακοπεί και θα περιστρέφεται γύρω από τον τρίπτυχο άξονα: Memoria (μνήμη), Verdad (αλήθεια), Justicia (δικαιοσύνη).
«Αγωνίζομαι για να βρω δικαιοσύνη για τον αδερφό μου» εξήγησε, απορώντας για το γεγονός πως υπήρξε παρέμβαση σ’ έναν χώρο που θα έπρεπε να προστατευτεί «για να περισυλλεχθούν σωστά οι σοροί των ανθρώπων μας».
«Για ποιον λόγο έπρεπε οι γονείς μου ένα χρόνο μετά να χτενίζουν τα χωράφια της Λάρισας για να εντοπίσουν αυτά τα χώματα που ξεμπαζώθηκαν;» αναρωτήθηκε χαρακτηριστικά.
«Η έλλειψη σεβασμού, η συγκάλυψη της αλήθειας, η παρεμπόδιση είναι γεγονότα που η κοινωνία τα βλέπει» συμπλήρωσε.
«Η κεντρική εξουσία ελέγχει όλες τις άλλες»
Ακολούθησε η παρέμβαση του Αλέξανδρου Γεωργούλη, συνηγόρου ναυαγών της Πύλου, ο οποίος έκανε λόγο για υπόθεση που «έχει βαλτώσει» και για την οποία «δεν έχει αποδοθεί δικαιοσύνη» ενόσω «υπάρχουν υπόνοιες για ρυμούλκηση του σκάφους».
«Δεν βλέπουμε εξέλιξη στην απόδοση ευθυνών, καμία ποινική δίωξη» σχολίασε, καταλήγοντας πως «το ναυάγιο της Πύλου δεν ήταν ένα μοιραίο δυστύχημα. Ήταν ένα ναυάγιο του Κράτους Δικαίου», καθώς «το Κράτος Δικαίου κρίνεται στις δύσκολες υποθέσεις. Δικαιοσύνη που δεν αποδίδεται δεν είναι δικαιοσύνη».
Ο δημοσιογράφος Θανάσης Κουκάκης, εξ αυτών που έπεσαν θύματα του κακόβουλου λογισμικού Predator, υποστήριξε ότι «το σκάνδαλο των υποκλοπών ήταν πολιτικό κι εξελίχθηκε σε θεσμικό», αποδεικνύοντας κατά τα λεγόμενά του πως «η κεντρική εξουσία ελέγχει όλες τις άλλες» σ’ ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο πως «οι αποφάσεις του Μεγάρου Μαξίμου επιμόλυναν τους θεσμούς της ελληνικής δημοκρατίας».
«Όταν ο πρωθυπουργός φύγει από το Μαξίμου θα μάθουμε όλη την αλήθεια με αυτή τη δυσώδη υπόθεση που απασχολεί για πάνω από τρία χρόνια» συμπέρανε.
Από την άλλη, για την Ελένη Κωστοπούλου μητέρα του δολοφονημένου Ζακ, κατήγγειλε αφενός πως μεσολάβησαν έξι χρόνια προτού υπάρξει εν τέλει τελεσίδικη απόφαση αφετέρου πως υπήρξε ελλιπή εξέταση στοιχείων.
«Δεν διασφαλίστηκε ο χώρος του εγκλήματος» επεσήμανε ζητώντας οι δικαστικές υποθέσεις «να κρίνονται σωστά, αντικειμενικά και αμερόληπτα».
«Ακόμη κι αν οι ένοχοι έχουν θέσεις σημαντικές ή κρατικές, ακόμη κι αν είναι πολιτικοί, αστυνομικοί ή έχουν χρήματα, θέλουμε να τους δούμε να καταδικάζονται» τόνισε.
«Να θεσμοθετήσουμε δικλείδες ελέγχου και θεσμικών ισορροπιών»
Στο πάνελ της πρώτης θεματικής για την κρίση εμπιστοσύνης στη δικαιοσύνη, ο Χάρης Καστανίδης άδραξε όλον τον χρόνο που είχε στη διάθεσή του για ν’ αναπτύξει ένα πλήρες σχέδιο αναδιοργάνωσης της δικαστικής εξουσίας.
«Δεν υπάρχει κράτος δικαίου, αν δεν υπάρχει ουσιαστική λειτουργία της δημοκρατίας και ορθή απονομή δικαιοσύνης» υπογράμμισε με στόμφο ο πρώην υπουργός των κυβερνήσεων ΠαΣοΚ και μέλος του Πολιτικού Γραφείο, θεωρώντας ότι οι ημέρες αυτές είναι μέρες «της απόλυτης έκπτωσης της δημοκρατίας».
Όπως εξήγησε απαιτούνται «σοβαρότατες τομές και μεταρρυθμίσεις» για να αποκατασταθεί η σχέση δικαιοσύνης – πολιτών.
Κυρίως για τον κ. Καστανίδη έχει τεράστιο νόημα να μην επιτρέπεται η συγκέντρωση ανεξέλεγκτων εξουσιών σε πρόσωπα που ασκούν εξουσία. «Πρέπει να θεσμοθετήσουμε δικλείδες ελέγχου και θεσμικών ισορροπιών», όπως και «να ενισχύσουμε τις ρυθμιστικές αρμοδιότητες του ΠτΔ», διότι «είναι ώριμο».
Μίλησε επίσης ο πρώην υπουργός για ίδρυση συνταγματικού δικαστηρίου και διαφορετικό σύστημα επιλογής ηγεσίας στα ανώτατα δικαστήρια. «Ένα σύστημα check and balance» όπως εξήγησε.
Για τον ίδιο θα πρέπει να καταπολεμηθεί «το φαινόμενο του ελέγχου από την ολιγαρχία των κέντρων λήψης πολιτικών αποφάσεων», καθώς «έχουμε φτάσει η ολιγαρχία να επεμβαίνει απροσχημάτιστα». Μίλησε επίσης για μεταρρυθμίσεις που θα ευνοήσουν τη συμμετοχική δημοκρατία και θα διευκολύνουν την κοινωνία των πολιτών με δυνατότητα διεξαγωγής δημοψηφισμάτων. Θύμισε ότι προβλέπεται λαϊκή νομοθετική πρωτοβουλία, αλλά δεν υπάρχει εκτελεστικός νόμος.
Αναφερόμενος στις υποκλοπές απόρησε με το ότι δεν προέκυψε «ποινικό ενδιαφέρον». «Τότε γιατί τόση λεκτική βία στον Ράμμο της ΑΔΑΕ;» αναρωτήθηκε.
«Οι Έλληνες δικαστές αξίζουν την εμπιστοσύνη»
Στο ίδιο πάνελ ήταν και υπηρεσιακός πρωθυπουργός Ιωάννης Σαρμάς. Ο κ. Σαρμάς υπερασπίστηκε τους δικαστικούς λειτουργούς, λέγοντας πως «μοχθούν με απειροελάχιστες εξαιρέσεις».
Ισχυρίστηκε επίσης πως «το δικαστικό σώμα δεν πρέπει και δεν είναι αντανάκλαση της ελληνικής κοινωνίας» και ότι «οι Έλληνες δικαστές αξίζουν την εμπιστοσύνη», απορρίπτοντας την παρέμβαση της ηγεσίας «γιατί μέχρι και ο τελευταίος πρωτοδίκης έχει αντίληψη του καθεστώτος ανεξαρτησίας».
Κατέληξε δε πως «ο κάθε δικαστής και η ηγεσία θα πρέπει να μετρούν τις συνέπειες των ενεργειών τους στην κοινωνία. Όχι να κάνουμε δημόσιες σχέσεις, αλλά να γίνει αντιληπτό».
«Μεγάλος ασθενής η δικαιοσύνη»
Το δεύτερο πάνελ είχε ως πυρήνα της κουβέντας τη συνταγματική αναθεώρηση που επίκειται.
Ο καθηγητής Νίκος Αλιβιζάτος περιέγραψε ως μείζον πρόβλημα την «ανάγκη να ελέγχεται η κάθε εξουσία».
«Ο μεγάλος ασθενής της Μεταπολίτευσης είναι η δικαιοσύνη» αναγνώρισε και κατόπιν πρότεινε «ν’ αλλάξει ο τρόπος εκλογής ΠτΔ χωρίς να επιστρέψουμε στο προηγούμενο σύστημα. Για να αποκτηθεί ανεξάρτητη υπόσταση».
«Πρέπει να δώσουμε και στους εκλογείς μερικά δικαιώματα παραπάνω» συνέχισε, απορρίπτοντας την απλή αναλογική «γιατί δεν υπάρχει η κουλτούρα των συναινέσεων, έχουμε συνηθίσει να λειτουργούμε με πλειοψηφικό κοινοβουλευτισμό μέσω της πολλαπλής ψήφου.
«Φτάσαμε στο κατάντημα των Τεμπών και των υποκλοπών με τις εξεταστικές» κατέληξε ζητώντας αφενός να δοθούν προεδρίες των επιτροπών της Βουλής και σε κόμματα της αντιπολίτευσης αφετέρου να υπάρξει άνοιγμα της δικαιοσύνης σε μη δικαστές.
«Ο Πρόεδρος Δημοκρατίας δεν εγκαινιάζει εκθέσεις»
Ο πρόεδρος της ΑΔΑΕ, Χρήστος Ράμμος δεν έδειξε να πείθεται πως «η θεραπευτική της αλλαγής των κανονιστικών κειμένων» είναι η λύση. Κατά τον ίδιο «το έχουμε φορτώσει το Σύνταγμα με πάρα πολλές διατάξεις εξαιτίας καχυποψίας».
«Πρέπει ν’ αλλάξει η επιλογή των δικαστών από το υπουργικό συμβούλιο» συμφώνησε, ιδίως σε ό,τι έχει να κάνει με τον «εισαγγελέα του Αρείου Πάγου», διότι «είναι κακό σύστημα και πρέπει ν’ αλλάξει».
Τόνισε επίσης πως «ένας δικαστής πρέπει να ξέρει τι σημαίνει φτώχεια, μετανάστης. Δεν μπορεί να δικάζει σ’ ένα τραπέζι διασκέψεων».
Μιλώντας δε περισσότερο προσωπικά, προέτρεψε να μην «υβρίζουμε τους προέδρους και ΔΣ» από τις ανεξάρτητες αρχές, καθώς «ποτέ δεν είπα ότι είναι ανέλεγκτες».
Σχολιάζοντας τη συνταγματική αναθεώρηση, συμφώνησε με την αλλαγή του άρθρου περί ευθύνης υπουργών. Τόνισε τέλος πως ο Πρόεδρος Δημοκρατίας «δεν είναι ένα εικονικό πρόσωπο. Δεν εγκαινιάζει εκθέσεις. Είναι ατυχές να εκλέγεται ο ΠτΔ με την πλειοψηφία ενός κόμματος. Δεν κάνει καλό στο κύρος του. Πρέπει να στέκεται υπεράνω κομμάτων».
«Τοξική και ταξική δικαιοσύνη»
Ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών Δημήτρης Βερβεσός μίλησε για «τοξική και ταξική δικαιοσύνη» και για «σκιές στην υπόθεση των υποκλοπών» προτείνοντας μια κενή περίοδος προτού δικαστικοί λειτουργοί διοριστούν σε πολιτικές θέσεις.
Είπε κι αυτός ότι πρέπει «να τελειώνουμε με την ευθύνη περί υπουργών», γιατί στο τέλος όλοι οφείλουν να καταλήξουν στο φυσικό δικαστή, και ζήτησε η ευθύνη να έχει αναγωγή στο πρόσωπο. «Να πληρώνουν τις αποζημιώσεις αυτοί που φταίνε. Όποιος φταίει να πληρώσει και αστικά, όχι μόνο ποινικά».
«Έχουμε νομοθετούσα κυβέρνηση, όχι κυβερνώσα βουλή. Έχουμε πρωθυπουργό με περισσότερη δύναμη από τον πρόεδρο των ΗΠΑ» έκλεισε την παρέμβασή του.
Ο συνταγματολόγος Ακρίτας Καϊδατζής σημείωσε ότι «μπαίνουν πράγματα στο Σύνταγμα που είναι μόνο ζήτημα εντυπώσεων».
«Όταν το πολιτικό σύστημα δεν θέλει ν’ αλλάξει, κάνει απλώς μια συνταγματική αναθεώρηση. Οι θεσμικές μεταρρυθμίσεις πάντα έγιναν με νόμους που άλλαξαν το Σύνταγμα χωρίς αναθεώρηση. Φοβάμαι ότι θα μείνουν κούφια λόγια. Είναι πολύ ανησυχητικές οι αλλαγές στα λόγια, δείχνουν ότι το Συνταγμα δεν σημαίνει τίποτα»
Κατέληξε δε πως «υπάρχουν λύσεις, αν υπάρχει βούληση. Συμφωνούν οι πολιτικές δυνάμεις; Ας το αποδείξουν. Όχι μια αναθεώρηση που θα είναι άλλοθι για να μην αλλάξει τίποτα».