«Σκεφτόμουν να τελειώσω την καριέρα μου στην Εθνική Σερβίας. Για πρώτη φορά επιστρέφω σε μια ομάδα που έχω δουλέψει και στο παρελθόν. Δεν θα το έκανα, ούτε για το ΝΒΑ. Αλλά ο Ολυμπιακός είναι μια διαφορετική υπόθεση. Πάντα τον είχα σε ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου».
Με αυτά τα λόγια, ο μεγάλος Ντούντα ένας εκ των κορυφαίων προπονητών στην ιστορία του παγκόσμιου μπάσκετ (κάτι που τονίζει εδώ και χρόνια και ο κουμπάρος του Ζέλικο Ομπράντοβιτς με τον οποίο είχαν αδελφικές σχέσεις) είχε εξηγήσει το 2010, γιατί δέχτηκε την πρόταση των αδελφών Αγγελόπουλων και επέστρεψε στο αγαπημένο του λιμάνι τον Πειραιά.
Εκεί όπου αρχικά είχε μεγαλουργήσει το 1997 οδηγώντας τον Ολυμπιακό σε ένα ανεπανάληπτο τριπλ κράουν με την κατάκτηση του Κυπέλλου Πρωταθλητριών στη Ρώμη, του πρωταθλήματος και του Κυπέλλου στην Ελλάδα, επίτευγμα που για πρώτη φορά το πετύχαινε ομάδα στην ιστορία του ελληνικού μπάσκετ.
Διότι σε άλλη χώρα ο «Ντούντα» το είχε ξανακάνει και μάλιστα στην πρώτη του χρονιά ως πρώτος προπονητής!
Εχοντας διαδεχθεί τον Ράνκο Ζεράβιτσα (του οποίου ήταν συνεργάτης) στον πάγκο της Παρτίζαν Βελιγραδίου στην πρώτη του κιόλας σεζόν (1978-79) κατέκτησε το νταμπλ στην τότε Γιουγκοσλαβία αλλά και το Κύπελλο Κόρατς κόντρα στην ιταλική Αριγκόνι Ριέτι.
Στο πρόσωπό του ο Ολυμπιακός βρήκε τον άνθρωπο που μετέτρεψε τα όνειρα σε πραγματικότητα. Και τίτλους
Μίδας του μπάσκετ
Γενικά ό,τι έπιανε το μετέτρεπε σε χρυσάφι με την ειδικότητά του να δουλεύει με νέα παιδιά και να τα εμπνέει για το καλύτερο. Οσο για το ότι είχε θέμα με τις βεντέτες (κάτι που το «κόλλησε» στην Ελλάδα λόγω διαφωνιών που είχε με τον Νίκο Γκάλη στον Αρη και με τον Παναγιώτη Φασούλα σε ΠΑΟΚ και Ολυμπιακό και αργότερα με Γιώργο Σιγάλα και Δημήτρη Παπανικολάου κυρίως στον Ολυμπιακό), το είχε ξεκαθαρίσει σε μια συνέντευξή του στην ΕΡΤ.
«Εγώ απλά στη φιλοσοφία μου θέλω από τις βεντέτες να δίνουν τον καλύτερό τους εαυτό. Δεν έχει… δεν μπορώ γιατί είμαι κουρασμένος, δεν θέλω πρωινές προπονήσεις. Δεν υπήρχαν αυτά για εμένα. Ούτε μου άρεσαν ποτέ οι κλίκες μέσα στις ομάδες, ούτε εκείνοι που έκαναν τους… μάγκες. Ηθελα τάξη μέσα σε κάθε ομάδα».
Αλλωστε πώς να μην τα πάει καλά με τις βεντέτες, ένας άνθρωπος που είχε παρουσιάσει στα γήπεδα του κόσμου ίσως την κορυφαία ευρωπαϊκή εθνική ομάδα όλων των εποχών, τη μεγάλη Γιουγκοσλαβία στα τέλη της δεκαετίας του 1980, με την οποία κατέκτησε δύο Ευρωμπάσκετ στο Ζάγκρεμπ κόντρα στην Εθνική μας το 1989 και στη Ρώμη το 1991 και ένα Παγκόσμιο Πρωτάθλημα το 1990 στην Αργεντινή. Ολα αυτά πριν αυτή η τεράστια ομάδα διαλυθεί ελέω του πολέμου.
Τότε που ο Γιούρι Ζντοβντς είχε πάει με δάκρυα στα μάτια στο δωμάτιό του στο ξενοδοχείο στη Ρώμη το 1991 και του είχε πει: «Κόουτς εάν παίξω με έχουν απειλήσει από τη Σλοβενία ότι θα χαρακτηριστώ προδότης» και ο Ντούντα τον προστάτεψε.
Με μαέστρο τον απαράμιλλο Ντράζεν Πέτροβιτς (που ο ίδιος ο «Ντούντα» είχε πει «Τι Μότσαρτ μπρε, αυτός είναι μόνος του ολόκληρη μουσική συμφωνία»), η ορχήστρα των πλάβι έπαιζε μπάσκετ από άλλο πλανήτη.
Οι πρωταθλητές Ευρώπης με τη Γιουγκοπλάστικα, Τόνι Κούκοτς και Ντίνο Ράτζα, η φρουρά της Παρτίζαν με Βλάντε Ντίβατς, Ζάρκο Πάσπαλι και τον νεαρό Σάσα Ντανίλοβιτς, ο Στόικο Βράνκοβιτς, ο Ζόραν Τσούτουρα και ο Γιούρι Ζντοβτς ήταν τα μεγαλύτερα αστέρια αυτής της διαπλανητικής ομάδας.
«Αν μας άφηναν να παίξουμε, πιστεύω ότι θα κερδίζαμε την Ντριμ Τιμ το 1992» έλεγε και ξαναέλεγε ο Σοφός (παρατσούκλι που του είχε βγάλει με δόση ειρωνείας ο Παναγιώτης Φασούλας) όποτε του δινόταν η ευκαιρία. Δεν τον άφησαν να δοκιμάσει να κερδίσει αυτό το μεγάλο στοίχημα ζωής.
Οι πρώτες του ομάδες στην Ελλάδα ήταν ο Αρης (με την περίφημη κόντρα με τον Γκάλη, όπου ο ίδιος ο Ντούντα είχε ξεκαθαρίσει ότι δεν είχε κανένα πρόβλημα μαζί του και ότι άλλοι έβαζαν λόγια στον παίκτη) και ο ΠΑΟΚ με τον οποίο παρουσίασε την κορυφαία ευρωπαϊκή έκδοση της ομάδας στην ιστορία της φτάνοντας μέχρι το φάιναλ φορ της Αθήνας χάνοντας στον ημιτελικό από την Τρεβίζο και έχοντας – λίγο πριν από τη διοργάνωση – την απώλεια του Χρήστου Τσέκου που τραυματίστηκε σοβαρά σε τροχαίο και ήταν κάτι που είχε στοιχίσει. Τον ΠΑΟΚ τον έστεψε και πρωταθλητή Ελλάδας (1992) ενώ το επόμενο μπασκετικό του θαύμα ήταν ο Πανιώνιος δουλεύοντας εξαιρετικά με τα νέα παιδιά.
Ο Σωκράτης Κόκκαλης τον έφερε στον Ολυμπιακό να διαδεχτεί τον Γιάννη Ιωαννίδη που είχε χτίσει μια μικρή αυτοκρατορία στην Ελλάδα με τέσσερα συνεχόμενα πρωταθλήματα, αλλά δεν είχε μπορέσει να κατακτήσει το ευρωπαϊκό, με δύο χαμένους τελικούς σε Τελ Αβίβ και Σαραγόσα.
Ο Ντούσαν Ιβκοβιτς το έκανε πραγματικότητα αυτό το όνειρο της ομάδας που μπορεί να μην έπαιζε καλά στην αρχή, αλλά σε ένα χριστουγεννιάτικο τουρνουά στη Μαδρίτη ο πανέξυπνος Σέρβος είχε πει να πάρουν οι παίκτες και τις οικογένειές τους και έτσι πέτυχε τη σύσφιξη σχέσεων. Η Σάνον Ρίβερς, σύζυγος του Ντέιβιντ, σηκώνοντας το ποτήρι της στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι έριξε την ατάκα που άφησε άφωνους τους πάντες: «Αυτή η ομάδα θα πάρει όλους τους τίτλους»!

Με το θρυλικό τρόπαιο της Ευρωλίγκας του 2012. Την κορυφαία στιγμή της ερυθρόλευκης εποχής της καριέρας του
Πράγματι έτσι έγινε, καθώς με τη νέα χρονιά ο Ολυμπιακός ήταν άλλη ομάδα. Αρχισε να ρολάρει και να βρίσκει τα πατήματά του. Απλά μια ήττα στο Τελ Αβίβ προς το φινάλε της δεύτερης φάσης τον έφερε στη χειρότερη θέση (3η) καθώς για να φτάσει στο φάιναλ φορ έπρεπε να αποκλείσει δύο ομάδες με μειονέκτημα έδρας, έναν δεύτερο και έναν πρώτο άλλου ομίλου!
Ο διαιτητής Ντε Κάιζερ είχε παίξει φουλ Μακάμπι εκείνο το βράδυ και ο Ντούντα με αυτό το βλέμμα που σε…πάγωνε του είπε: «Εσύ με μένα δεν θα ξανασφυρίξεις» και πράγματι ξαναέπαιξε τον Ολυμπιακό ύστερα από τρία χρόνια όταν είχε φύγει ο Ντούντα και επέστρεψε ο Ξανθός…
Ο Ολυμπιακός απέκλεισε την Παρτίζαν με δύο νίκες στο Βελιγράδι (και τον Ντούντα να βρίσκει και αεροπλάνο από την πατρίδα του, μεσάνυχτα στην Αθήνα μετά την ήττα από την ομάδα της Σερβίας που είχε ισοφαρίσει τη σειρά, για να ταξιδέψει το άλλο πρωί η ομάδα!) και μετά ήρθε ο διπλός θρίαμβος επί του πρωταθλητή Ευρώπης Παναθηναϊκού με 69-49 στο ΟΑΚΑ και 65-57 στο ΣΕΦ. Στη Ρώμη έλεγε από την αρχή: «Ο τελικός είναι ο ημιτελικός με την Ολύμπια Λιουμπλιάνας» και δικαιώθηκε καθώς η ομάδα του έκανε περίπατο στον τελικό με την Μπαρτσελόνα. Ο Ιβκοβιτς εξουδετέρωσε εύκολα ένα «δικό» του παιδί τον Σάσα Τζόρτζεβιτς ενώ είχε ήδη – από τα προημιτελικά με τον Παναθηναϊκό – απελευθερώσει τον Ρίβερς βάζοντάς του πλάι τον Μίλαν Τόμιτς με τον Αμερικανό να αρχίσει να σκοράρει κατά ριπάς.
Παραμονές του τελικού με την Μπαρτσελόνα στη Ρώμη, ο Ντούσαν Ιβκοβιτς πήγε τους παίκτες του μια βόλτα στην Οστια, την παραλία της Ρώμης για να πετάξουν βότσαλα στη θάλασσα, κάτι που είχε επαναλάβει και το 2012 στην Κωνσταντινούπολη όταν πήγε τους παίκτες του μίνι κρουαζιέρα στον Βόσπορο.
Ο άθλος εκείνος, της Πόλης, ήταν ίσως το μεγαλύτερο έργο τέχνης αυτού του μεγάλου καλλιτέχνη της προπονητικής. Μπορεί να είχε η πορεία κάποια κοινά με το 1997 (κακή εκκίνηση, ανέβασμα στη νέα χρονιά), αλλά καμία σχέση. Στην πρώτη του θητεία είχε πάρει μια ομάδα γαλουχημένη πρωταθλήτρια που απλά της έλειπε το ευρωπαϊκό, ενώ το καλοκαίρι του 2011 είχε μια ομάδα με ένα μεγάλο συμβόλαιο (Σπανούλης, τον οποίοι θεωρούσε αξεπέραστο ηγέτη), έναν ακόμα μεγάλο έλληνα παίκτη (Πρίντεζης), πολλούς ελπιδοφόρους νέους Ελληνες και μια διοίκηση που ήταν στα πρόθυρα να αποχωρήσει για την κατάσταση στο ελληνικό πρωτάθλημα.
Στον δύσκολο δρόμο
Ο Ντούντα θα μπορούσε να διεκδικήσει την αποζημίωσή του και να φύγει, αλλά προτίμησε τον δύσκολο δρόμο και επανέφερε τον Ολυμπιακό στην κορυφή της Ευρώπης και της Ελλάδας ύστερα από 15 χρόνια! Μάλιστα πήρε το πρωτάθλημα κόντρα στον κουμπάρο του και πολυνίκη Ζέλικο Ομπράντοβιτς, ο οποίος στην τελευταία του χρονιά στο Τριφύλλι έχασε τους δύο βασικούς τίτλους που τους πήρε ο Ιβκοβιτς κάνοντας πράξη τα λόγια που είχε πει κατά την παρουσίαση του από τον Ολυμπιακό το 2010.
«Ολα αυτά τα χρόνια ο Παναθηναϊκός είχε πιο ισχυρό προπονητικό τιμ. Φέτος, όμως, δεν θα έχει τόσο μεγάλο πλεονέκτημα, καθώς είμαι εγώ εδώ»!
Ενας άνθρωπος που δεν δίσταζε να μπει πρώτος στον καβγά αν ήταν να υπερασπιστεί τους παίκτες του, μπαρουτοκαπνισμένος σε δύσκολες συνθήκες, γεννημένος και μεγαλωμένος μέσα στον πόλεμο. Ενας τρομερός μαχητής. Ηρεμούσε με ένα καλό κρασί με τους δικούς του ανθρώπους, αλλά και ανεβαίνοντας στην ταράτσα του αγαπημένου του σπιτιού στο Παλαιό Φάληρο όπου είχε (έχοντας πάρει άδεια από την πολυκατοικία) στήσει τον δικό του περιστερώνα.
O Ιβκοβιτς κληρονόμησε την αγάπη για τα περιστέρια από τον αδελφό της γιαγιάς του, τον μεγάλο επιστήμονα Nίκολα Tέσλα. Ο δε πατέρας του που είχε ντοκτορά στα νομικά και έγραψε κάμποσα βιβλία, πέρασε πολλά χρόνια στις φυλακές επειδή ήταν αντικαθεστωτικός και λόγω ενός προβλήματος καρδιοπάθειας αφιερώθηκε στη μελισσοκομία.