Έργο «οδοστρωτήρ» είχε χαρακτηρίσει ο ίδιος ο συγγραφέας Ηλίας Καπετανάκης τη «Βεγγέρα» του, που με τη σύγχρονη ματιά της σκηνοθέτριας Σοφίας Μαραθάκη πραγματοποιεί την επίσημη πρεμιέρα της στις 15 Μαΐου, στο Θέατρο Χώρος (η παράσταση του Εθνικού Θεάτρου ανέβηκε στις 3 Μαΐου).
«Μια σαρκαστική κωμωδία γκόθικ αισθητικής, γεμάτη ανατροπές, για τη φαιδρότητα του μικροαστικού κόσμου· ένα χορογραφημένο κόμικ, που αντλεί έμπνευση από τη συνήθεια των οικογενειών να ανταλλάσσουν επισκέψεις, για να μιλήσει για τη φαιδρότητα του μικροαστικού κόσμου εκείνης -αλλά και κάθε- εποχής, τη χαμένη τρυφερότητα, αλλά και την κρυμμένη βία». Αυτή είναι εν συντομία η «Βεγγέρα» στην οποία μας προσκαλεί το Εθνικό.
«Οδοστρωτήρας είναι η ίδια η ζωή. Για να την αντέξουμε, υποδυόμαστε συνεχώς ρόλους – και το μόνο που διαθέτουμε για να τα βγάλουμε πέρα είναι το χιούμορ και ο αυτοσαρκασμός. Αυτά είναι που μας απελευθερώνουν – όχι μόνο στις κωμωδίες, αλλά και στις καθημερινές τραγωδίες», μας λέει η Ρουμπίνη Βασιλακοπούλου όταν τη ρωτάμε πώς βιώνει τον ρόλο της και το έργο επί σκηνής. Το έργο παρουσιάζεται από το Εθνικό Θέατρο στο πλαίσιο του αφιερώματος στο νεοελληνικό έργο και η πολύπειρη ηθοποιός δίνει σάρκα και οστά σε μία από τις πιο χαρακτηριστικές φιγούρες του, την κυρία Στενού.
Για την ίδια «η κυρία Στενού είναι ΑΠΕΡΙΓΡΑΠΤΗ«, όπως μας λέει με έμφαση. «Μια μεσοαστή ηρωίδα που προσποιείται την «καθώς πρέπει», αναλαμβάνοντας ηρωικά τον κοινωνικό της ρόλο. Στην ερμηνεία της προσπάθησα να ενσαρκώσω την προσωπική μου οπτική απέναντι σε τέτοιες –αχαρακτήριστες σχεδόν– προσωπικότητες που όλοι μας έχουμε συναντήσει».

«Βεγγέρα» σε σκηνοθεσία Σοφίας Μαραθάκη ©Patroklos Skafidas
Τι πρέπει να ξέρουμε προκειμένου να αντιληφθούμε την ουσία του έργου και την πολιτισμική του αξία; Σύμφωνα με τις πληροφορίες που αντλούμε από το Εθνικό Θέατρο, η «Βεγγέρα» του Ηλία Καπετανάκη ακολουθεί την παράδοση των μονόπρακτων κωμωδιών του τέλους του 19ου αιώνα. Παρουσιάστηκε για πρώτη φορά τον Μάρτιο του 1894 στο «Θέατρο των Κωμωδιών» από τον θίασο του Δημήτριου Κοτοπούλη, έναν μόλις χρόνο μετά από τη μεγάλη επιτυχία του «Γενικού γραμματέα» (έργο που σκηνοθέτησε η Σοφία Μαραθάκη για το Εθνικό το 2017). Ο κόσμος της Μπελ Επόκ, ένας κόσμος μεγάλων αλλαγών, προσπαθούσε να δει τη ζωή με αισιοδοξία, όμως στο βάθος του ήταν ένας κόσμος αναβρασμού, που εγκυμονούσε εξελίξεις. Στην Ελλάδα βρισκόμαστε στην πτώχευση του Δεκεμβρίου του 1893.
Ποια από τα ζητήματα που θίγει το έργο, θεωρεί η Ρουμπίνη Βασιλακοπούλου επίκαιρα; Όπως σχολιάζει στο ΒΗΜΑ: «Παντού σκοτάδι και μέσα χαλασμός κόσμου, λέει η κυρία Στενού. Το ίδιο ισχύει και τότε και τώρα. Το έργο, όσο κι αν αλλάζει το κοινό, παραμένει ίδιο – αστείο και μελαγχολικό. Οι ήρωες παρανοούν, παρερμηνεύουν, παρεξηγούνται και θυμώνουν δια ασήμαντον αφορμήν. Είναι σαν να ρωτούν κι αυτοί: Θεέ μου, πού ευρισκόμεθα;»
«Η γλώσσα είναι το τελευταίο καθαρό στοιχείο της πολιτισμικής μας ταυτότητας. Όπως και αν εκφράζεται –σε καθαρεύουσα ή δημοτική– πρέπει να ηχεί καθαρά».
Στα τέλη του 19ου αιώνα που ανέβηκε πρώτη φορά το έργο, στο ελληνικό θέατρο κυριαρχεί το κωμειδύλλιο και το δραματικό ειδύλλιο. Η γλωσσική ποικιλία του – δημοτική και καθαρεύουσα – έχει σημαντική πολιτισμική αξία. «Η γλώσσα είναι το τελευταίο καθαρό στοιχείο της πολιτισμικής μας ταυτότητας. Όπως και αν εκφράζεται –σε καθαρεύουσα ή δημοτική– πρέπει να ηχεί καθαρά. Η «Βεγγέρα» μπορεί να είναι γλωσσικά παλαιότερη, όμως δραματουργικά παραμένει απολύτως σύγχρονη. Γι’ αυτό και αξίζει να ανεβαίνει ξανά, να ζωντανεύουν οι ήρωές της», σημειώνει η ηθοποιός. Όσο για τις ομοιότητες ανάμεσα στον Έλληνα του 1893 και τον Έλληνα του 2025, σχολιάζει: «Ο Έλληνας εσαεί αναζητά την ταυτότητά του. Αυτή είναι η ευλογία και η κατάρα του – η δική του κωμωδία και το δικό του δράμα».
Ο Ηλίας Καπετανάκης είχε συσσωρεύσει πλούσιες εμπειρίες από τη ζωή του στην πρωτεύουσα και την επαρχία αλλά και από τις πολυπληθείς επαγγελματικές του ενασχολήσεις, όταν έκανε το σύντομο πέρασμά του από τον χώρο του θεάτρου. Στα μόλις τέσσερα έργα του κατάφερε να δημιουργήσει μεγάλες αναταράξεις και να σημαδέψει καθοριστικά τα θεατρικά δρώμενα.

«Βεγγέρα» ©Patroklos Skafidas
Στη «Βεγγέρα» η οικογένεια Νερουλού δέχεται ξαφνικά την επίσκεψη του κυρίου και της κυρίας Στενού, οι οποίοι συνοδεύονται από τον εργένη ανιψιό τους Νίκο. Εκείνος δράττεται της ευκαιρίας προκειμένου να δει από κοντά τις κόρες της οικογένειας Νερουλού που τόσο θαυμάζει από μακριά στους περιπάτους και τα νυφοπάζαρα. Στην ουσία, ελπίζει ότι θα μπορούσε μία εξ αυτών να είναι η μελλοντική του συμβία. Οικοδεσπότες και επισκέπτες αδυνατούν να συνεννοηθούν και στη συνέχεια προκύπτει το κωμικό χάος που προκαλεί ανατροπές και παρεξηγήσεις.
Η Σοφία Μαραθάκη περιγράφει τους χαρακτήρες του έργου ως «ανήλικους σε σώματα ενηλίκων». Και όπως εξηγεί και η Ρουμπίνη Βασιλακοπούλου: «Οι ήρωες παιδιαρίζουν. Είναι χωρίς ηλικία. Και η σκηνοθέτις μας έστησε αυτό το παιγνίδι με μεγάλη ακρίβεια και φαντασία. Το υπηρέτησε και εμείς, αναπόφευκτα, το παίξαμε σωστά». Η ίδια θεωρεί ότι σήμερα κυριαρχεί η κοινωνική υποκρισία: «Τα πάντα είναι χιλιοπαιγμένα και χιλιοειπωμένα – συχνά κακοπαιγμένα και κακοειπωμένα. Η υγιής επικοινωνία είναι σπάνια. Γι’ αυτό και εύχομαι «να μην μείνωμεν πολύ Στενέ, να μην μείνωμεν πολύ!»
«Η κωμωδία είναι η υγιής, η στερεή σανίδα της ζωής μας – είναι ο όρμος ο ασφαλής. Και αυτό είναι το καλό θέατρο – να το βλέπεις και να σε αφορά».
Το χιούμορ είναι το «κλειδί» της ισορροπίας. «Με το χιούμορ και την ενέργεια «σωζόμεθα τέλος πάντων». Η κωμωδία είναι η υγιής, η στερεή σανίδα της ζωής μας – είναι ο όρμος ο ασφαλής. Και αυτό είναι το καλό θέατρο – να το βλέπεις και να σε αφορά», τονίζει η ηθοποιός.
Ποιες «βεγγέρες» προτιμά ή θυμάται η Ρουμπίνη Βασιλακοπούλου; «Έχω υπάρξει καλεσμένη στα Πάρτυ Γενεθλίων, στην Οικογενειακή Γιορτή, στο Δείπνο Ηλιθίων – ακόμα και σε δείπνο με την Ιοκάστη! Προτιμώ όμως μια καλή Συναναστροφή ή, στην καλύτερη περίπτωση, μια Νυχτερινή Συνομιλία με ένα Κάθαρμα», λέει στο ΒΗΜΑ επιμένοντας στη δύναμη του θεάτρου. Και όχι δεν κοιτάει πίσω στην επαγγελματική της πορεία: «Το να κοιτάς πίσω είναι για το τέλος – όταν πάψεις να δημιουργείς ή να συνεργάζεσαι. Η ταυτότητα του καλλιτέχνη είναι σε διαρκή διαμόρφωση».
Η «Βεγγέρα» του Ηλία Καπετανάκη παρουσιάζεται στο Εθνικό Θέατρο σε μια περίοδο που έχει αναλάβει το τιμόνι του η Αργυρώ Χιώτη, πρώτη γυναίκα καλλιτεχνική διευθύντρια του Εθνικού μετά από διαγωνισμό. Κλείνουμε την συνέντευξή μας με τη Ρουμπίνη Βασιλακοπούλου με ένα θετικό όραμα για το μέλλον: «Χρειαζόμαστε ανθρώπους με παιδεία, όραμα και μεράκι, όπως η Αργυρώ Χιώτη. Δεν έχει σημασία αν είναι γυναίκα ή άντρας – αυτό είναι δευτερεύον πια. Το σημαντικό είναι να δούμε το θέατρο πιο μπροστά, να αγγίξει με ειλικρίνεια τα θέματα της εποχής. Εμπνέομαι από τους νέους· από αυτούς περιμένω να ανοίξουν δρόμους».
INFO Η «Βεγγέρα» του Ηλία Καπετανάκη σε σκηνοθεσία Σοφίας Μαραθάκη παρουσιάζεται στο Θέατρο Χώρος (Εθνικό Θέατρο) από τις 3 Μαΐου.
*Αγοράστε εισιτήρια για όλες τις κορυφαίες εκδηλώσεις στο inTickets.gr