«Είναι μια σημαντική στιγμή για μένα, μια που το εν λόγω βραβείο δίνεται από τη Γαλλική Ακαδημία, από μία χώρα με μεγάλη λογοτεχνική αξία και παράδοση», λέει ο Δημήτρης Σωτάκης σχολιάζοντας την πρόσφατη βράβευση του βιβλίου του «Μισή Καρδιά» με το Prix Méditerranée Étranger της Γαλλικής Ακαδημίας. «Με γεμίζει χαρά και συνεχίζω με μεγαλύτερη διάθεση αυτό που κάνω χρόνια τώρα. Το βραβείο έχουν κατακτήσει πολλοί σημαντικοί λογοτέχνες, όπως ο Ουμπέρτο Έκο και ο Αντόνιο Ταμπούκι. Δεν μπορώ, λοιπόν, να μην είμαι ενθουσιασμένος».
Ο Δημήτρης Σωτάκης είναι αυτό που περιγράφει η λαϊκή αλλά ακριβής και καίρια στην περίπτωσή του ρήση ωραίος τύπος. Δε χρειάζεται να τον έχεις συναναστραφεί για να έχεις αποκρυσταλλωμένη μέσα σου την πεποίθηση.

© Φραγκούλης Καραγιαννόπουλος
Αρκεί να μπεις στον κόσμο των βιβλίων του, να παρατηρήσεις, να γνωρίσεις ή ακόμα καλύτερα να νιώσεις και να συναισθανθείς τους ήρωές του και τότε η βεβαιότητα θα σχηματιστεί πολύ σαφής και στέρεη μέσα σου. Ο Σωτάκης έχει το αδιαμφισβήτητο ταλέντο να τοποθετεί τους χαρακτήρες του σε υπερβατικά, μεταφυσικά, ενίοτε δυστοπικά περιβάλλοντα.
Παρότι όμως φαινομενικά τους απομακρύνει από το πραγματικό και το πιθανό, τελικά καταφέρνει να μιλά στο πρωτόλειο και το ενστικτώδες, να απευθύνεται στο συναισθηματικό πυρήνα του αναγνώστη. Όπως κάνει και στο πιο πρόσφατο βιβλίο του, την «Πικρή Αλήθεια», η οποία έγινε το όχημα για αυτή τη συζήτηση.
Θυμάστε πότε βάλατε την πρώτη αλλά και την τελευταία λέξη στο πιο πρόσφατο μυθιστόρημά σας;
Η πρώτη λέξη μπήκε τον Φεβρουάριο του 2023 στο νησί Γκότλαντ, στη Σουηδία και η τελευταία, στην Αθήνα, τον Ιούνιο του 2024.
Ποια ήταν η αφορμή ή η έμπνευση για αυτή την οικογένεια που έρχεται αντιμέτωπη με την ανυπαρξία της και μάλιστα σε μια εκ προοιμίου ξέγνοιαστη ώρα, εκείνη των διακοπών της;
Αφορμή στάθηκε μια σκέψη που κάνω χρόνια τώρα, ότι πολλοί άνθρωποι πασχίζουν να γίνουν ορατοί, να αφήσουν ένα προσωπικό στίγμα στη συναναστροφή τους με τους γύρω τους, μα συχνά αυτή η απλή φαινομενικά διαδικασία αποδεικνύεται ένας εφιάλτης. Πολλοί γεννιούνται, ζουν διαγράφοντας μια τροχιά γύρω από τον εαυτό τους, μα τις περισσότερες φορές εξατμίζονται μέσα στο χάος του χρόνου, κανείς δεν τους θυμάται, σαν να μην είχαν υπάρξει ποτέ.

© Φραγκούλης Καραγιαννόπουλος
Διάβασα ότι βιώνετε τη συγγραφή ως ενός τύπου αγγαρεία. Τι είναι ωστόσο εκείνο που σας κινητοποιεί να μπαίνετε σε αυτό τον καταναγκασμό και μάλιστα κατ’ εξακολούθηση την τελευταία εικοσαετία;
Έχω την εντύπωση ότι πρόκειται για ένα μικρόβιο που ζει μέσα μου και έχει τους δικούς του χρόνους να κινητοποιείται, να δρα. Πολλές φορές έχω πει στον εαυτό μου ότι δε θα επιστρέψω, δε θα ξαναγράψω, όμως εκείνο κάνει τη δουλειά του χωρίς να με ρωτήσει, όταν έρχεται, λοιπόν, η ώρα, ξεκινάω και πάλι να δουλεύω.
Μολονότι στις ιστορίες σας υπάρχει πάντα κάτι το υπερβατικό και αναμφίβολα δυστοπικό, είναι πολύ έντονος ο σαρκασμός και το (πικρό) χιούμορ σε αυτά που βιώνουν οι ήρωές σας. Πώς εξηγείτε εσείς αυτή την τάση σας να αποδομείτε το υπαρξιακό δράμα μας;
Πράγματι. Το πικρό χιούμορ και ο σαρκασμός δε θα μπορούσαν να λείπουν από τη δουλειά μου, μια που αποτελούν δικά μου στοιχεία, θα έλεγα ότι περισσότερο τα χρησιμοποιώ ως τρόπους επιβίωσης, απόδρασης από οτιδήποτε άβολο ή δυσάρεστο, είτε συμβαίνει σε μένα, είτε στους ήρωες μου. Και θεωρώ ότι αυτά τα χαρακτηριστικά διαμορφώνουν την ατμόσφαιρα, τη μετατοπίζουν ψυχολογικά και ο κόσμος μέσα στον οποίον κινούνται οι ήρωες μου παύει πια να είναι μόνο μεταφυσικός, ουτοπικός.
«Είμαστε αναγκασμένοι να μας κουβαλάμε μια ζωή, πράγμα ανυπόφορο. Αυτό είναι και το μεγαλύτερο μου πρόβλημα, ότι αυτός που ζει μέσα μου, δε με αφήνει λίγο μόνο, να πάρω μια ανάσα».
Αλήθεια, μέσα από τη συγγραφή έχετε κατανοήσει και συμπονέσει περισσότερο τους ανθρώπους ή έχετε γίνει πιο καχύποπτος απέναντί τους;
Όσο μεγαλώνω, είμαι πολύ πιο επιεικής με τους ανθρώπους. Τους συμπονώ, τους καταλαβαίνω, τους βλέπω με μεγαλύτερη συγκίνηση. Δεν ξέρω αν έχει βοηθήσει η συγγραφή σ’ αυτό, ίσως, δεν το έχω σκεφτεί ποτέ. Απλώς καταλαβαίνω ότι οι άνθρωποι, εκτός από τη λαχτάρα τους να ευτυχήσουν, κρύβουν μέσα τους και πολλούς φόβους, κουβαλάνε μια προσωπική απελπισία, την οποία δεν μπορώ να μην σεβαστώ.
Ποιες ώρες γράφετε; Και με ποιο τρόπο; Χειρόγραφα; Σε υπολογιστή; Υπαγορεύετε;
Γράφω σε υπολογιστή. Επί χρόνια έγραφα αργά το βράδυ, μετά τα μεσάνυχτα μέχρι το πρωί. Τώρα αυτό το μοτίβο έχει αλλάξει, δεν το θεωρώ απαραίτητο, αν και τη νύχτα επικρατεί ησυχία κι αυτό βοηθάει. Πάντως γράφω πάντα-κι αν ακόμη αυτό που γράφω είναι σκοτεινό-όταν είμαι σε καλή διάθεση, διαφορετικά δεν μπορώ να δουλέψω, προτιμώ να βγω έξω για ένα ποτό.

© Φραγκούλης Καραγιαννόπουλος
Με ποιων τη σκέψη θα λέγατε πως ζείτε περισσότερο; Των ηρώων που επινοείτε για τις ιστορίες σας ή των αναγνωστών στους οποίους απευθύνονται δυνητικά τα βιβλία σας;
Μάλλον ζω ως ένας πιλότος που καθοδηγεί την ιστορία, που οδηγεί ένα όχημα σε ένα ασφαλές μέρος. Οι αναγνώστες δεν είναι ακόμα παρόντες και οι ήρωες ζουν υπό τη δική μου σκηνοθεσία θέλοντας κι εκείνοι να αποκτήσουν μια υπόσταση. Αυτό που με απασχολεί, λοιπόν, είναι η διαδρομή των ηρώων, η σωστή ροή της ιστορίας που γράφεται.
«Οι άνθρωποι, εκτός από τη λαχτάρα τους να ευτυχήσουν, κρύβουν μέσα τους και πολλούς φόβους, κουβαλάνε μια προσωπική απελπισία, την οποία δεν μπορώ να μην σεβαστώ».
Αν γυρίσουμε πίσω στις αρχές του αιώνα, τότε που συστηθήκατε ως συγγραφέας, τι θα λέγατε πως ήταν εκείνο που σας οδήγησε στη συγγραφή; Ποιο ήταν το έναυσμα για να ακολουθήσετε έναν επαγγελματικό δρόμο που ούτε μεγάλη δόξα προσφέρει ούτε βέβαια χρήμα;
Δε νομίζω ότι είχα τη συνείδηση ότι ακολουθώ έναν επαγγελματικό δρόμο. Στην αρχή γίνονται όλα πιο αυθόρμητα, ίσως και πιο “αθώα”. Σταδιακά καταλαβαίνεις-όσο τα χρόνια περνούν-ότι τελικά από αυτό θα είσαι αναγνωρίσιμος, αυτό θα σε συνοδεύει στο μέλλον. Η συγγραφή κινείται σε έναν παράλληλο άξονα με την πραγματική σου ζωή.
«Πάντα αναζητώ ιστορίες φαινομενικά ρεαλιστικές, οι οποίες ωστόσο αλλοιώνονται, παρεκκλίνουν από την πραγματικότητα. Αυτές με συγκινούν».
Ποια είναι η πιο κολακευτική και ποια η πιο απαξιωτική κριτική που έχετε δεχτεί για κάποιο από τα βιβλία σας;
Η πιο κολακευτική είναι ότι τα βιβλία μου δε μοιάζουν με κανενός άλλου. Η πιο απαξιωτική -την οποία προτιμώ από την κολακευτική- ότι χρειάζομαι άμεσα ψυχιατρική βοήθεια.
Θα ήθελα τη γνώμη σας για το trend του βιβλίου ως προϊόντος τοποθέτησης στα κοινωνικά δίκτυα. Βλέπουμε τους βιβλιοφιλικούς λογαριασμούς στο Instagram και στο TikTok ακόμα και στη χώρα μας να πληθαίνουν. Πιστεύετε ότι το influencing βοηθά τη φιλαναγνωσία; Κινητοποιεί το κοινό να διαβάσει;
Καλό θα ήταν να μάθει γενικά ο κόσμος να διαβάζει, ας είναι και μέτριας ποιότητας τα βιβλία, διότι έχουμε φτάσει σε σημείο να μην γνωρίζουν πολλοί τι είναι το βιβλίο ως μέσο. Ακούγεται υπερβολικό αυτό που λέω-και είναι κάπως-αλλά πιστέψτε με, υπάρχει κόσμος-ιδιαίτερα νεαρές ηλικίες, που δεν έχει μπει ποτέ στη διαδικασία της ανάγνωσης.

© Φραγκούλης Καραγιαννόπουλος
Πόσο εύκολα μπορεί ένας συγγραφέας να κερδίσει το ενδιαφέρον του κοινού, να το στρέψει από την οθόνη στο χαρτί σε μια εποχή που όλοι λίγο πολύ επαιτούμε νυχθημερόν για προσοχή;
Η λογοτεχνία προηγείται της εικόνας. Αν δεν γράψουν οι συγγραφείς, δεν υπάρχει φιλμ, δεν υπάρχει εικόνα. Προσωπικά δεν έχω αυτή την αγωνία, να κερδίσω, δηλαδή, το ενδιαφέρον του αναγνώστη, θεωρώ ότι πρέπει κανείς να έχει την προδιάθεση ή αν θέλετε και την παιδεία, για να διαβάσει, διαφορετικά δε θα τον μεταπείσω εγώ.
«Σε γενικές γραμμές συμπαθώ το ανθρώπινο είδος, μα δεν τρέφω μεγάλο θαυμασμό για αυτό. Δεν είναι και κανένα σπουδαίο είδος, εδώ που τα λέμε».
Εσάς ποιες ιστορίες σας συγκινούν; Υπάρχουν συστατικά που κάνουν μια ιστορία ενδιαφέρουσα ή θελκτική;
Σίγουρα όχι μια ιστορία που αναπαράγει την πραγματικότητα. Δεν είναι μόνο η συγγραφική μου ιδιότητα αλλά και η αναγνωστική που έχει πάρει αυτή την κατεύθυνση. Πάντα αναζητώ ιστορίες φαινομενικά ρεαλιστικές, οι οποίες ωστόσο αλλοιώνονται, παρεκκλίνουν από την πραγματικότητα. Αυτές οι ιστορίες με συγκινούν.
Πώς βλέπει ένας πολυδιαβασμένος και πολυμεταφρασμένος συγγραφέας τον κόσμο μας; Είστε αισιόδοξος για το είδος μας ή είμαστε καταδικασμένοι να αυτοκαταστραφούμε;
Η αυτοκαταστροφή μού φαίνεται ενδιαφέρον σενάριο. Το ζήτημα είναι να μην μας καταστρέψουν κάποιοι άλλοι. Σε γενικές γραμμές συμπαθώ το ανθρώπινο είδος, μα δεν τρέφω μεγάλο θαυμασμό για αυτό. Δεν είναι και κανένα σπουδαίο είδος, εδώ που τα λέμε.
Ποια είναι η δική σας πικρή αλήθεια, έπειτα από 20 και πλέον χρόνια στη συγγραφή;
Ότι δεν μπορούμε να δραπετεύσουμε από τον εαυτό μας. Αυτό είναι ένα μεγάλο βάρος. Είμαστε αναγκασμένοι να μας κουβαλάμε μια ζωή, πράγμα ανυπόφορο. Αυτό είναι και το μεγαλύτερο μου πρόβλημα, ότι αυτός που ζει μέσα μου, δε με αφήνει λίγο μόνο, να πάρω μια ανάσα.
Έχετε κάποια μικρή καθημερινή ιεροτελεστία; Ποια ρουτίνα – μικρή ή μεγάλη- σας αρέσει να απολαμβάνετε με τον εαυτό σας;
Αισθάνομαι καλά όταν αγαπώ τους ανθρώπους, όταν εξομολογούμαι κάτι για τον εαυτό μου σε εκείνους, κι εγώ μάλλον είμαι καλός ακροατής και θέλουν να μου μιλάνε για τις ζωές τους. Έχω σαφώς μια ρουτίνα, την οποία βέβαια σιχαίνομαι, ωστόσο με σώζει από τα χειρότερα.
Info: Η «Πικρή Αλήθεια» όπως και όλα τα βιβλία του Δημήτρη Σωτάκη κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Κέδρος