Σαν σήμερα, στις 24 Μαΐου 1941 γεννήθηκε ο Μπομπ Ντίλαν, ένας από τους πιο σημαντικούς τραγοδοποιούς του 20ου αιώνα, που έμελλε να αλλάξει, όχι μόνο τη μουσική, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο ένας καλλιτέχνης μπορεί να σταθεί απέναντι στην κοινωνία, την πολιτική και την εποχή του.

YouTube thumbnail

Ο Μπομπ Ντίλαν υπήρξε διχαστική φυσιογνωμία, ειδικά στις δεκαετίες του ’60 και του ’70. Η συνεχής αναζήτησή του στον χώρο της μουσικής, την οποία χρησιμοποίησε ως μέσο διαμαρτυρίας, εκφράζοντας την κρίση της Αμερικής του ’60 προκαλούσε έντονες αντιδράσεις.

Το σίγουρο είναι ότι «ο άντρας με τα αξύριστα γένια και τα γυαλιά ηλίου –  επηρέασε την εποχή του περισσότερο από κάθε πολιτικό», όπως καταγράφει ο «ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ» της 10ης Αυγούστου 1978.

«ΤΑ ΝΕΑ», 30.7.1981, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» | «ΤΑ ΝΕΑ»

Σε ένα εκτενές δημοσίευμα με τίτλο «Μπόμπ Ντύλαν – Μύθος και Αμφισβήτηση» το περιοδικό «ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ» παραθέτει τα βασικά βιογραφικά στοιχεία του καλλιτέχνη αναδεικνύοντας την καλλιτεχνική του σπουδαιότητα:

Το ξεκίνημα και η καλλιτεχνική του διαμόρφωση

«Μεγαλωμένος στο Χίμπινγκ, μια μικρή επαρχιακή πόλη της Μινεζάτα, που η οικονομική της ζωή βασιζόταν στα ορυχεία της γύρω περιοχής, ο Ρόμπερτ Τσίμερμαν (αυτό είναι το πραγματικό όνομα του Ντύλαν) από μικρός έδειξε την κλίση του για τη μουσική.

»Ήταν μόλις 12 ετών όταν άρχισε να παίζει κιθάρα. Παρά το γεγονός ότι αρκετές φορές ανάμεσα στα 10 και στα 18 του τόσκασε απ’ το σπίτι του, ο νεαρός Ρόμπερτ κατάφερε τελικά να τελειώσει το γυμνάσιο, φοίτησε μάλιστα και στο τοπικό πανεπιστήμιο για ένα ολόκληρο εξάμηνο, στα 1960.

»Τότε ήταν που άλλαξε και τ’ όνομά του σα ανάμνηση του ποιητή Ντύλαν Τόμας, όπως το θέλει ο μύθος».

«Bobby Dylan», όπως τον αναφέρει το ετήσιο λεύκωμα του κολεγίου: Πανεπιστήμιο St. Lawrence, Νοέμβριος 1963

Ένα καθοριστικό πρόσωπο στην πορεία του Ντίλαν υπήρξε ο Γούντυ Γκάθρυ. Όσο ο Ντίλαν ζούσε ακόμα στη Μινεσότα άκουγε τους δίσκους του Γκάθρυ και τον θαύμαζε για τον πολιτικό του λόγο.

Ήταν γι αυτόν «η φωνή των καταπιεσμένων και των εργατών»:

»Ο Γκάθρυ, που ήταν το είδωλο του Ντύλαν, υπήρξε ένας περιπλανώμενος τροβαδούρος που πέρασε τη ζωή του στους δρόμους, ταξιδεύοντας εδώ κι εκεί και τραγουδώντας για τους φτωχούς και τους κατατρεγμένους».

Γούντι Γκάθρι, 1943

Η κοινωνική αμφισβήτηση

Ακολουθώντας το πρότυπο του Γκάθρυ, το 1961 ο Ντίλαν ταξιδεύει στη Νέα Υόρκη και αποφασίζει να ακολουθήσει το μονοπάτι των τραγουδοποιών της κοινωνικής αμφισβήτησης, στην καρδιά της πολιτιστικής αναταραχής της εποχής.

Σε μικρά καφενεία του Γκρήνουιτς Βίλατζ, λαϊκοί τραγουδιστές ερμηνεύουν στίχους διαμαρτυρίας απευθυνόμενοι σε ένα ανήσυχο κοινό φοιτητών και διανοουμένων, που αμφισβητεί ανοιχτά τον αμερικανικό τρόπο ζωής της μεταπολεμικής περιόδου και διεκδικεί αλλαγή.

»Μέσα σε λίγους μήνες ο Ντύλαν γίνεται το επίκεντρο του ενδιαφέροντος.

[…]γρήγορα κερδίζει τους μουσικοκριτικούς που, παρακολουθούν τις τελευταίες εξελίξεις στο χώρο της ανερχόμενης εκείνη την εποχή λαϊκής αμερικάνικης μουσικής.

»Την ίδια εποχή βγαίνει και ο πρώτος του δίσκος, ο οποίος χωρίς βέβαια να γίνει εκπληκτική επιτυχία του άνοιξε το δρόμο προς τις δημόσιες εμφανίσεις σε κοντσέρτα.

Ο πρώτος θρίαμβος

»Όμως, ο θρίαμβος του Ντύλαν ήρθε το 1962 με την εμφάνισή του στο Νιούπορτ Φόλκ Φέστιβαλ στο πλευρό της Τζόαν Μπαέζ.

Η Τζόαν Μπαέζ και ο Μπομπ Ντίλαν, 1963

»Τα τραγούδια του, όπου οι καθημερινές κουβέντες γίνονται ποίηση, συνοδευμένη από μια μουσική με έντονες τις επιδράσεις της παραδοσιακής αμερικάνικης μπαλλάντας και του μπλούζ γοητεύουν με τον ειρωνικό απέναντι σε κάθε μορφής κονφορμισμό τόνο τους τους νεαρούς αμφισβητίες.

»Όμως σαν γνήσιος καλλιτέχνης ο Ντύλαν δεν παραμένει προσκολλημένος στη μπαλλάντα, το είδος δηλαδή της μουσικής που τον έκανε διάσημο.

»Έτσι αμφισβητώντας τον ίδιο τον εαυτό του θα πετάξει την ορθόδοξη κιθάρα του για ν’ αγοράσει μια ηλεκτρική και να ριχτεί ακάθεκτος στο ρόκ κερδίζοντας έτσι όλο και μεγαλύτερη επιρροή στις μάζες».

Η κοινωνική αμφισβήτηση

Με τη νεανική του καταγγελτικότητα, ο Ντίλαν αποτυπώνει μέσα από τα τραγούδια του τις κοινωνικές αντιθέσεις της εποχής, εκφράζοντας τις ανησυχίες και τις ελπίδες μιας ολόκληρης γενιάς:

»Στα τραγούδια του, που χαρακτηρίζονται από μία εκπληκτική διαύγεια, δεν παραλείπει να καταγγείλει τίποτε από τα στραβά που βλέπει να γίνονται γύρω του: Το εμπόριο των όπλων, το ρατσισμό, την εκμετάλλευση, τη μόλυνση του περιβάλλοντος.

»Τους δίσκους του τους γράφει μέσα σε λίγα λεπτά σε κάποιο τραπεζάκι καφενείου, στο πίσω κάθισμα κάποιου αυτοκινήτου ή ακόμη και στο στούντιο λίγο πριν από την ηχογράφηση».

YouTube thumbnail

“Ο Ντύλαν επηρέασε τη γενιά του περισσότερο από κάθε πολιτικό της εποχής του”

…έγραφαν κάποτε οι New York Times. Ενώ ο ίδιος φρόντιζε να κρατά αποστάσεις από κάθε ρόλο προτύπου:

“Δεν είμαι παρά ένας μουσικός – Μην ακολουθείτε ηγέτες.

Πάρτε το δρόμο σας και αφήστε και μένα να πάρω το δικό μου”

Το κοινό του, ωστόσο, είχε ήδη αναγνωρίσει στη μουσική του Ντίλαν τη φωνή των δικών του ανησυχιών και γι’ αυτό συνδέθηκε μαζί του βαθιά.

Οι περιοδείες του διαδέχονταν η μία την άλλη σε Ευρώπη και Αμερική και οι συναυλίες του είχαν τεράστια απήχηση.

Το μοιραίο ατύχημα και η απομόνωση

Ο καλλιτεχνικός του θρίαμβος, όμως, θα κόπαζε εξαιτίας ενός σοβαρού ατυχήματος που είχε με την μοτοσυκλέτα του. Το ατύχημα αυτό αποτέλεσε σημείο καμπής στην πορεία του καλλιτέχνη.

Κατά την παραμονή του στο νοσοκομείο, αποφάσισε ότι επιθυμούσε να απομακρυνθεί από τα φώτα της μουσικής σκηνής.

Ακολούθησε μια διετία ήσυχης, σχεδόν «συμβατικής» ζωής, κατά την οποία ο Ντύλαν αποσύρθηκε από τα φώτα της δημοσιότητας και μαζί με τη σύζυγό του Σάρα, εγκαταστάθηκαν σε μια φάρμα στο Γούντστοκ, κοντά στη Νέα Υόρκη, αφιερώνοντας τον χρόνο τους στην οικογένεια και την ανατροφή των παιδιών τους.

YouTube thumbnail

Η επιστροφή

Η επιστροφή του Ντίλαν στο προσκήνιο θα συνδυαστεί με την κυκλοφορία ενός νέου δίσκου, με τον οποίο ο Ντίλαν επιφύλασσε στο κοινό του μια έκπληξη:

»Η ροκ ορχήστρα έχει εξαφανιστεί και ο τροβαδούρος επιστρέφει στην κιθάρα. Τα τραγούδια που ενέπνεαν τα πλήθη παραχώρησαν τη θέση τους σε γλυκόπικρες ερωτικές μπαλλάντες.

»Η απουσία ή καλύτερα ή “αμνησία” όπως λέει ο ίδιος ο Ντύλαν θα διαρκέσει οκτώ χρόνια και θα διακόπτεται μόνο από καιρό σε καιρό με την εμφάνιση νέων δίσκων, που ποτέ δεν ήταν αυτό που περίμενε το κοινό και που πάντα έθεταν νέα ερωτηματικά.

«ΤΟ ΒΗΜΑ», 22.1.2005, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» | «ΤΑ ΝΕΑ»

»Στα 1974 επιτέλους αισθάνεται έτοιμος για μια μεγάλη τουρνέ στις ΗΠΑ που διάρκεσε 42 μέρες 700.000 θεατές είχαν την ευκαιρία να τον δουν και να τον ακούσουν ενώ εκείνοι που ζήτησαν εισιτήριο έφτασαν τα έξι εκατομμύρια.

»Ωστόσο ο θρίαμβος κούρασε τον ευαίσθητο και ανυπότακτο τροβαδούρο που στη συνέχεια αποτραβήχτηκε και πάλι στη φάρμα του. Όχι όμως για πολύ.

»Το 1975 τον ξαναβρίσκουμε στο Γκρήνουϊτς Βίλλατζ και το 1976 ξεκινάει παρέα με μερικούς φίλους ανάμεσα στους οποίους και η Τζόαν Μπαέζ για μια περιοδεία χωρίς πρόγραμμα. Η παρέα σταματάει στις διάφορες πόλεις, όπου της κάνει κέφι, νοικιάζει μια αίθουσα ή ένα υπόστεγο κι εκεί μπροστά σε λίγους συνεπαρμένους ακροατές (δεν υπήρχε διαφήμιση) τραγουδάει.

«ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 9.5.1991 , Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» | «ΤΑ ΝΕΑ»

»Το 1977 υπήρξε ένας δύσκολος χρόνος. Διαζύγιο από τη Σάρα, δικαστικός αγώνας για την κηδεμονία των παιδιών, φροντίδα για το τέλειωμα της ταινίας «Ρενάλντο και Κλάρα».

Και πάλι θρίαμβος

»Στις αρχές του 1978 ο Ντύλαν σχηματίζει την καινούργια του ορχήστρα και ξεκινάει για μια μεγάλη περιοδεία στην Αυστραλία, την Ιαπωνία και την Ευρώπη.

»Ο τροβαδούρος ξαναβρίσκει το κοινό του. Ο άνθρωπος αυτός που έκανε έμβλημά του τον αφορισμό του Χένρυ Μίλλερ σύμφωνα με τον οποίο «στόχος του καλλιτέχνη είναι να διαλύει τις αυταπάτες του κοινού του» επιστρέφει στο κοινό αυτοδοκιμασμένος, ανανεωμένος, πιο ώριμος.

“Αυτή τη στιγμή δεν αισθάνομαι την ανάγκη ν’ ασχοληθώ με τα συναισθήματά μου. Με τα συναισθήματα των άλλων ίσως αλλά με τα δικά μου όχι. Το τελευταίο πράγμα που μ’ ενδιαφέρει για την ώρα είναι ο εαυτός μου”.

»Όταν του θυμίζουν ότι ο κόσμος μιλάει γι αυτόν χαρακτηρίζοντάς τον σαν ένα ζωντανό μύθο, έναν “ηλεκτρικό ποιητή”, ο Ντύλαν λέει:

“Όλα αυτά μου φαίνονται αστεία και μπορώ να πω ότι μ’ εκνευρίζουν κάπως. Από τη στιγμή που μου κολλάνε μια ετικέττα νιώθω να υψώνεται ένα φράγμα ανάμεσα σ’ εμένα και στο κοινό”».

«ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ», 26.1.1984, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» | «ΤΑ ΝΕΑ»

Η σύνδεση με την πραγματικότητα και η προτίμηση της αποτυχίας

Κάποια στιγμή, γύρω στο 1978, όταν ρωτήθηκε σε συνέντευξη του, αν πιστεύει ότι τα τραγούδια του απηχούν την πραγματικότητα με την ίδια διαύγεια, όπως και τα πρώτα του, δήλωσε:

Πηγαίνω παντού όπου υπάρχει κόσμος και ακούω τους άλλους να μιλούν, να λένε αστεία, να καυγαδίζουν. Όλα αυτά τα αποτυπώνω στα τραγούδια μου”.

Στην ίδια συνέντευξη συμπλήρωσε για παλαιότερη δήλωσή του, ότι προτιμάει την αποτυχία από την επιτυχία:

“Θεωρώ ότι η αποτυχία γεννάει την επιτυχία, ενώ η επιτυχία βρίσκεται στο τέλος του δρόμου.

Ποτέ δεν είχα το αίσθημα ότι έχω επιτύχει και είμαι γι’ αυτό το λόγο πολύ ευτυχισμένος.

Αν ένιωθα επιτυχημένος δε θα βρισκόμουν τώρα εδώ από πολύ καιρό ήδη”.