Λίγες μέρες πριν ανέβει στη σκηνή του θεάτρου «Δορα Στράτου» στον Λόφο Φιλοπάππου για μια ατμοσφαιρική συναυλία-φόρο τιμής στον Ennio Morricone στο πλαίσιο του φεστιβάλ Φ hill Sessions, ο Σταύρος Λάντσιας μιλά στο ΒΗΜΑ Encore για τη βαθιά προσωπική του σχέση με τη μουσική του Ιταλού συνθέτη, την πρόκληση της μεταγραφής του κινηματογραφικού ήχου στο ιδίωμα της τζαζ και τον αφηγηματικό ρόλο του πιάνου, όταν σιωπούν οι λέξεις.
«Ο Μορικόνε δεν έγραφε απλώς μουσική για ταινίες· έγραφε το σάουντρακ της ζωής μου», δηλώνει ο διακεκριμένος Κύπριος πιανίστας, λίγο πριν παρουσιάσει το project My Ennio Morricone, μια συναυλία γεμάτη μνήμες, συναίσθημα και σπάνιες ερμηνείες.
Το «My Ennio Morricone» είναι ένας τίτλος που αποκαλύπτει μια προσωπική σύνδεση με το έργο του Ιταλού μαέστρου. Τι αντιπροσωπεύει για εσάς η μουσική του Μορικόνε και πώς αυτή η σχέση εξελίχθηκε με τα χρόνια;
Μετά από τόσα χρόνια που ακούω τη μουσική του νιώθω ότι έχει γράψει και το soundtrack της δικής μου ζωής. Είναι για μένα, μαζί με μερικούς άλλους αγαπημένους μου καλλιτέχνες, ο δάσκαλος μου. Μια αόρατη φωνή που με συμβουλεύει μέσα από το έργο του. Μελετώντας τη μουσική του έγινα όχι μόνο καλύτερος μουσικός αλλά (ελπίζω) και καλύτερος άνθρωπος.
Σίγουρα είναι αβανταδόρικο η μουσική σου να ντύνει σκηνές σε μια ταινία, να οπτικοποιείται, να συνδέεται μαζί της (άρα και με τον θεατή), ωστόσο η μουσική του Μορικόνε είναι αυτόφωτη. Τι είναι αυτό που, κατά τη γνώμη σας, την κάνει να συνδέεται τόσο έντομα με τα βιώματα ενός ακροατή;

Φωτό: Μαρίζα Καψαμπέλη
Υπάρχει μία ειλικρίνεια στη μουσική του Morricone. Με τις μελωδίες του ανοίγει τη ψυχή του προκαλώντας την ίδια στιγμή στον ακροατή βαθιά συναισθήματα. Λες και με τη μουσική του ξυπνά αναμνήσεις στο καθένα ξεχωριστά.
«Έχω επηρεαστεί τόσο πολύ από τη μουσική του που νιώθω στη σκηνή ότι παίζω δικές μου συνθέσεις!»
Ο Μορικόνε δεν ήταν απλώς συνθέτης κινηματογραφικής μουσικής· ήταν αφηγητής χωρίς λόγια. Πώς μεταφράζεται αυτό το αφηγηματικό στοιχείο στη δική σας προσέγγιση;
Προσπαθώ να αφηγηθώ κι εγώ μια ιστορία, όχι αναγκαστικά αυτή του σεναρίου της ταινίας. Πατώντας στις πολύ δυνατές μελωδικές γραμμές, μαζί με τους πολύ ταλαντούχους και εκφραστικούς μουσικούς του κουαρτέτου μου, επιχειρούμε ενορχηστρώσεις και αυτοσχεδιασμούς με στόχο να διεγείρουμε την φαντασία του κοινού δημιουργώντας καινούργιες εικόνες.
Ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση στο να «μεταφράσετε» τον ήχο του Μορικόνε στο προσωπικό σας ιδίωμα;
Δεν χρειάστηκε να μεταφράσω τη μουσική του. Έχω επηρεαστεί τόσο πολύ από τη μουσική του που νιώθω στη σκηνή ότι παίζω δικές μου συνθέσεις! Η πρόκληση παραμένει πάντα η ίδια στα project μου, να είμαι αληθινός, να αποκαλύπτομαι, να προτείνω τη δικιά μου αισθητική.
Ποια κριτήρια καθόρισαν την επιλογή των έργων που θα ακουστούν στη συναυλία; Θα μας συστήσετε και κάποια λιγότερο γνωστά του Ιταλού συνθέτη;
Κάποιες μουσικές τις γνώριζα αρκετά καλά και ήταν οι πρώτες μου επιλογές. Μετά στην έρευνα μου ανακάλυψα και άγνωστα «διαμάντια» όπως το μουσικό θέμα από την ταινία «Lolita». Το «Il Clan dei Siciliani» μου το πρότεινε ο Γιώργος Χαρωνίτης, διακεκριμένος δημοσιογράφος και αυθεντία στο έργο του Ennio Morricone. Υπήρξε μεγάλος υποστηρικτής της προσπάθειας μου και η γνώμη του είχε ιδιαίτερη σημασία για μένα. Προτρέπω κάθε λάτρη της μουσικής του Ennio Morricone (και όχι μόνο) να διαβάσει τα κείμενα του Γιώργου που τα χαρακτήριζε πάντα μια πολύ δημιουργική-κριτική σκέψη. Στις 24 Απριλίου έφυγε από τη ζωή και αυτή η συναυλία είναι αφιερωμένη στη μνήμη του.

Φωτό: Μαρίζα Καψαμπέλη
Σε τι βαθμό επιλέξατε να μείνετε πιστός στα πρωτότυπα έργα και πού αποφασίσατε να παρέμβετε δημιουργικά;
Η διαδικασία είναι απλή. Πρώτα μαθαίνω την σύνθεση στη πρωτότυπη της μορφή όσο πιο καλά και πιστά μπορώ. Μετά νιώθω ελεύθερος και μου έρχονται εύκολα ιδέες για μια καινούργια ενορχήστρωση-διασκευή.
Ο «Θρύλος του 1900» είναι μια ταινία γύρω από έναν πιανίστα. Να υποθέσω ότι είναι η αγαπημένη σας από όσες έγραψε μουσική ο Μορικόνε;
Πολύ ιδιαίτερη ταινία που πιστεύω αποκαλύπτει αρκετά για το ψυχισμό του μοναχικού καλλιτέχνη (που πάντα πίστευα ότι είμαι). Η αγαπημένη μου όμως παραμένει το «Cinema Paradiso» με τη μουσική που ξεχώρισα και ποτέ δεν χορταίνω να ακούω ή να παίζω. Σαν ταινία πάντα συγκινούμαι και θυμάμαι τα παιδικά μου χρόνια.
Αν μπορούσατε να καθίσετε στο ίδιο πιάνο με τον Μορικόνε για λίγα λεπτά, τι θα παίζατε μαζί του – και τι θα του λέγατε;
Xμ… θα του έπαιζα μια δική του σύνθεση (το «Lolita» η το «Cinema Paradiso») και μετά μια δική μου σύνθεση (ίσως «Το ποτάμι του χρόνου») αν ήθελε να μου δώσει μια γνώμη (αυστηρή φαντάζομαι).