Κυκλοφόρησε τον Μάρτιο στη σειρά Ιστορία / testimonianza των εκδόσεων Ο Μωβ Σκίουρος η μαρτυρία του Ιωάννη Μαργαριτόπουλου για τη στρατιωτική θητεία του με τίτλο Με μια χαρά.
Ο Ιωάννης Μαργαριτόπουλος (1902-1940), θεσσαλός αγρότης από τη Βαμβακού (Κάτω Δερεγκλί) Φαρσάλων, κατατάχθηκε τον Οκτώβριο του 1921 στο σώμα του Ιππικού και συμμετείχε στη β´ φάση της Μικρασιατικής Εκστρατείας.
Με μια χαρά. Η στρατιωτική θητεία του Ιωάννη Μαργαριτόπουλου, Μικρά Ασία και Ελλάδα 1921–1924
Επιμέλεια – εισαγωγή Δημήτρης Παναγιωτόπουλος και Αλέξανδρος Μακρής
Εκδόσεις Μωβ Σκίουρος, 2025,σελ. 216, τιμή 16 ευρώ
Η μαρτυρία του έχει ιδιαίτερη ιστορική βαρύτητα. Η αφήγησή του αποτελεί μια ακτινογραφία των εξελίξεων της τελευταίας φάσης της πολεμικής δεκαετίας 1912-1922 και των αμέσως επόμενων ταραγμένων χρόνων, ως την ανακήρυξη της Β´ Ελληνικής Δημοκρατίας (1924). Το γεγονός ότι ο συγγραφέας έλαβε ανώτερη παιδεία όντας απόφοιτος της Εμπορικής Σχολής Βόλου ερμηνεύει σε μεγάλο βαθμό τη συγκρότηση και την αξία της συγγραφής του (όπως και το ότι έλαβε τον βαθμό του λοχία).
Ο Ιωάννης Μαργαριτόπουλος εξιστορεί τα γεγονότα με τρόπο άμεσο και ανεπιτήδευτο. Η ακρίβεια και η καθαρή ματιά του βασίζονται στο ημερολόγιο που κρατούσε όσο υπηρετούσε ως έφεδρος στο Ιππικό. Ο συγγραφέας μένει στην ουσία των πραγμάτων, χωρίς πλατειασμούς και περιττές λεπτομέρειες. Σκοπός του είναι να δώσει στον αναγνώστη τη γενική εικόνα βάζοντας σε δεύτερη μοίρα τα προσωπικά του βιώματα, σαν ένας νέος Ξενοφώντας και έγκριτος πολεμικός ανταποκριτής.
Οι μαρτυρίες (οργανικό κομμάτι της Προφορικής Ιστορίας) βεβαίως πρέπει να διαβάζονται προσεκτικά, με κριτικό βλέμμα, καθώς περιέχουν υποκειμενικές κρίσεις και προσωπικά συναισθήματα. Η ανάγνωσή τους δεν υποκαθιστά την επιστημονική ιστορία και την αρχειακή έρευνα, αλλά τη συμπληρώνει και την εμπλουτίζει, προκειμένου να σχηματίσουμε μια πιο σφαιρική και ολοκληρωμένη εικόνα για το παρελθόν. Το στοιχείο αυτό επισημαίνουν και οι επιμελητές στην αναλυτική και εμπεριστατωμένη εισαγωγή τους, η οποία συμπληρώνει την εξαιρετικά φροντισμένη έκδοση.
Καταρρίπτοντας μύθους
Το όλο βιβλίο του Μαργαριτόπουλου διαβάζεται απολαυστικά, απνευστί, και αποτελεί ένα πραγματικό κόσμημα («μαργαριτάρι») στη μακρά πλειάδα των προσωπικών αφηγήσεων (μαρτυριών, αναμνήσεων, απομνημονευμάτων, ιστορικών μελετών κ.λπ.) που άφησαν πίσω τους οπλίτες και αξιωματικοί της Μικρασιατικής Εκστρατείας. Ο ιστορικός πρέπει να σταθεί σε ορισμένα σημεία με ειδικό βάρος και ξεχωριστή σημασία: Ο αφηγητής επιβεβαιώνει ότι η τουρκική αντεπίθεση της 13ης Αυγούστου 1922 δεν αναμενόταν από κανέναν στην ελληνική Στρατιά Μικράς Ασίας.
Ο Μαργαριτόπουλος μάλιστα βίωσε την τουρκική κίνηση αντιπερισπασμού στην κοιλάδα του Μαιάνδρου λίγες ημέρες πριν από τη γενική αντεπίθεση στο Αφιόν Καραχισάρ. Ο ίδιος δεν πίστευε ότι το ελληνικό μέτωπο θα κατέρρεε αλλά θα συμπτυσσόταν στο ύψος της Φιλαδέλφειας. Τεκμηριώνεται επομένως για άλλη μια φορά ότι ο τουρκικός αιφνιδιασμός ήταν πλήρης.
Η μαρτυρία του Μαργαριτόπουλου καταρρίπτει επίσης μια σειρά από μύθους που στοιχειώνουν ακόμη τον νου των Ελλήνων (Μικρασιατών στην καταγωγή και μη) και δηλητηριάζουν τη δημόσια συζήτηση για την Καταστροφή του 1922. Συγκεκριμένα, ο συγγραφέας επιβεβαιώνει ότι ο ελληνικός στρατός υποχωρώντας κάλυψε την αποχώρηση των αμάχων ομογενών και εν γένει των χριστιανών, όπως συνέβη, λ.χ., στον μεγάλο συγκοινωνιακό κόμβο του Ουσάκ όπου κατοικούσαν πολυάριθμοι Ελληνες Ορθόδοξοι και Αρμένιοι.
Οι αξιωματικοί έδιδαν προτεραιότητα στα γυναικόπαιδα πριν επιβιβαστούν οι ίδιοι στα τρένα που οδηγούσαν στη Σμύρνη. Το δεύτερο σημείο στο οποίο οφείλουμε να σταθούμε είναι η άρνηση των ελλήνων κατοίκων της Σμύρνης και των γύρω κωμοπόλεων (Κορδελιού, Μπουρνόβα, Μενεμένης, Κασαμπά, Αλατσάτων κ.λπ.) να εγκαταλείψουν τη Μικρά Ασία. Οι Σμυρνιοί δεν φαντάζονταν ποτέ ότι οι Τούρκοι θα τους κακομεταχειρίζονταν, αντιθέτως πίστευαν ότι είχαν τον τρόπο «να τους κάνουν καλά» (σ. 117), κι ένιωθαν μάλιστα ανακουφισμένοι που οι έλληνες πολεμιστές έφευγαν οριστικά από εκεί.
Είναι πράγματι (άγνωστο εν πολλοίς) γεγονός ότι οι Σμυρνιοί υποδέχθηκαν τη στρατιά του Κεμάλ με τα εξαπτέρυγα, θεωρώντας ότι έτσι επιστρέφουν στο οθωμανικό status quo ante. Η (με τα σημερινά μάτια και το πλεονέκτημα της ύστερης γνώσης) αφέλειά τους οφείλεται στο ότι η πόλη της Σμύρνης και η ευρύτερη περιοχή της (σαντζάκι) δεν έγιναν στόχος του ανθελληνικού διωγμού το 1914, που έπληξε κυρίως την αγροτική ενδοχώρα του βιλαετίου της.
Η αξιοπιστία της μαρτυρίας του Ιωάννη Μαργαριτόπουλου για την άρνηση των Σμυρνιών να φύγουν φαίνεται από το ότι ο ίδιος αναφέρεται με κάθε ειλικρίνεια στις βιαιοπραγίες που διέπραξαν οι έλληνες στρατιώτες (πυρπολήσεις πόλεων, χωριών και οικισμών, βιασμούς, αθρόες θανατώσεις τούρκων αμάχων κ.ά.) κατά την πορεία της υποχώρησής τους από το μέτωπο.
Εξαιρετικές επίσης είναι οι επισημάνσεις του για την αδημονία της Στρατιάς του Εβρου για επίθεση στη Θράκη τον Μάιο του 1923 και την απογοήτευση που ένιωσαν οι στρατιώτες της όταν δεν δόθηκε ποτέ το σύνθημα της προέλασης. Τα υπόλοιπα όμως τα αφήνουμε στο κριτικό μάτι του αναγνώστη…
Ο κ. Σπυρίδων Γ. Πλουμίδης είναι καθηγητής Νεότερης και Σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας στο ΕΚΠΑ.