Αν κάθε αναποδιά κρύβει μια ευκαιρία, τότε η διακυβέρνηση Τραμπ μπορεί να αποδειχθεί η ευκαιρία της Ευρώπης.

Πρώτα σε πολιτικό επίπεδο. Καλώς ή κακώς, η ευρωατλαντική ενότητα ξεθώριασε. Ο καθένας πλέον πρέπει να φροντίσει για την πάρτη του.

Ακόμη περισσότερο αν στο επόμενο διάστημα δοκιμαστούν και οι αντοχές του μεταπολεμικού συστήματος της παγκόσμιας οικονομίας.

Υστερα στα αμυντικά ζητήματα. Ο εφησυχασμός της Ευρώπης να υποδύεται την υπερδύναμη με ξένες τσέπες δεν γίνεται πλέον δεκτός από τις… τσέπες.

Και εδώ ισχύει ότι ο καθένας θα φροντίσει για την πάρτη του.

Μόνο που και στα δύο αυτά ζητήματα η απάντηση είναι κοινή και σχεδόν μονόδρομος. Περισσότερη Ευρώπη.

Μόνο περισσότερη Ευρώπη μπορεί να υποκαταστήσει επιτυχώς τον ευρωατλαντικό άξονα που μας αφήνει χρόνους.

Και μόνο περισσότερη Ευρώπη μπορεί να οδηγήσει στη στρατηγική αυτονομία που είναι το ζητούμενο και η προϋπόθεση μιας πραγματικής υπερδύναμης.

Αυτά φυσικά δεν θα συμβούν τα επόμενα εικοσιτετράωρα. Χρειάζεται χρόνος, ουσιαστική διαπραγμάτευση και φυσικά πόροι.

Το βέβαιο είναι όμως ότι οι μέρες με τις ξένες τσέπες τελείωσαν. Και ότι η ανάγκη μιας νέας αρχιτεκτονικής είναι προφανής και ορατή.

Κανείς πλέον δεν διατηρεί αυταπάτες για τη σχέση της Ευρωπαϊκής Ενωσης με τις ΗΠΑ, τουλάχιστον υπό τη σημερινή αμερικανική κυβέρνηση. Ούτε θεωρεί ότι η ευρωπαϊκή άμυνα μπορεί να διασφαλίζεται από μη ευρωπαϊκούς παράγοντες.

Τουλάχιστον η Ευρώπη θα καθίσει στο τραπέζι των αποφάσεων χωρίς αυταπάτες. Πρέπει να βρει λύσεις που μόνο η ίδια μπορεί να δώσει και να υπηρετήσει.

Εξυπακούεται ότι η διαπραγμάτευση θα εξελιχθεί το επόμενο διάστημα σε πολλά επίπεδα.

Στο επίπεδο του ΝΑΤΟ, που αποτελούσε έως τώρα τον βασικό πυλώνα της ευρωπαϊκής άμυνας και ασφαλώς θα αναδιοργανωθεί.

Αλλά και στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ενωσης, όπου τα αμυντικά ζητήματα είχαν ουσιαστικά αποκλειστεί από τη δεκαετία του 1950, όταν είχε αποτύχει η δημιουργία μιας Ευρωπαϊκής Κοινότητας Αμυνας.

Ο εντός των επόμενων 24ώρων σχηματισμός κυβέρνησης στη Γερμανία αποτελεί προφανή σταθεροποιητικό παράγοντα.

Φυσικά δεν χρειάζεται καν να τονίσω τη σημασία της διαπραγμάτευσης και για τη χώρα μας.

Κυρίως επειδή η νέα αρχιτεκτονική που αναζητείται θέτει ζητήματα που αφορούν τον άμεσο ευρωπαϊκό περίγυρο και χώρες όπως η Τουρκία.

Ούτως ή άλλως, έστω και μόνο από τη γεωγραφία, η Ελλάδα είναι μια χώρα εμπροσθοφυλακής του ευρωπαϊκού κόσμου. Και προφανώς θα παραμείνει.

Δεν υπάρχει αμφιβολία λοιπόν ότι μαζεύτηκαν πολλές αναποδιές. Αλλά τουλάχιστον άνοιξε και ο δρόμος μιας ευκαιρίας για ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ενωση.

Αρκεί φυσικά να μην πάει χαμένη.