Η τέχνη μπορεί να προσφέρει στιγμές χάρης – όχι επειδή είναι πιο ειλικρινής, αλλά γιατί τη συγκρατεί – σαν να την γεύεται λίγο πριν την προφέρει. Ενα καλό μυθιστόρημα, ένα ποίημα, ένα κομμάτι μουσικής έχουν το προνόμιο του ρυθμού: η ανάσα τους είναι μετρημένη, το λάθος ενσωματωμένο, η σιωπή καλοσχεδιασμένη.

Οι άνθρωποι που ζουν μέσα στα έργα δεν είναι καλύτεροι από εμάς, απλώς εκφράζονται καλύτερα. Βρίσκουν τις σωστές λέξεις ακριβώς όταν τις χρειάζονται. Οι συναισθηματικές τους κορυφώσεις φτάνουν την κατάλληλη στιγμή. Η αγάπη τους, ακόμα κι όταν διαψεύδεται, παραμένει εκφράσιμη, θέλει να ειπωθεί. Η απώλεια αποκτά νόημα. Το βλέμμα τους έχει μοντάζ.

Η πραγματικότητα, αντιθέτως, είναι πιο πεισματάρα. Οι σχέσεις μας δεν κορυφώνονται τη στιγμή που τις χρειαζόμαστε. Οι συνομιλίες μας έχουν μονόλογους, διακοπές, τυχαία αγγίγματα, φράσεις που δεν οδηγούν πουθενά.

Το δάκρυ δεν πέφτει τη σωστή στιγμή – συχνά δεν πέφτει καθόλου. Ο θάνατος έρχεται την ώρα του μεσημεριανού ή στην αναμονή ενός ταξί. Η αμηχανία κρατά περισσότερο απ’ όσο πρέπει. Η συγγνώμη φτάνει καθυστερημένα, η αγκαλιά δεν κρατά όσο χρειάζεται.

Κι όμως, ακριβώς γι’ αυτό η τέχνη δεν είναι παρηγορητική. Είναι οξύμωρη. Μας συγκινεί επειδή δεν είναι η ζωή, επειδή της λείπει το αδέξιο, το ελλειπτικό, το εκτός πλάνου στοιχείο που καθιστά την ύπαρξη τόσο ανθρώπινη. Και την ίδια στιγμή, μας συνδέει με τη ζωή γιατί προσποιείται πως είναι φτιαγμένη από την ύλη της: από αναμονή, από φόβο, από επιθυμία. Αυτό το παράδοξο – η μορφή που προσποιείται το χάος – είναι ο πυρήνας της αισθητικής εμπειρίας.

Αυτή η κατασκευή όμως δεν είναι ψευδής. Δεν είναι εξωραϊσμός. Είναι μια δοκιμή. Ενα πείραμα πάνω στο πώς θα μπορούσε να ήταν η εμπειρία, αν δεν μας διέκοπταν διαρκώς ο χρόνος, η ντροπή, η φθορά.

Η τέχνη δεν βελτιώνει τη ζωή – την περιστρέφει, την παρατηρεί από μια άλλη γωνία, εκεί όπου η εσωτερική ένταση μπορεί να αποκτήσει έκφραση. Ισως να υπάρχει αλήθεια μόνο όταν της έχει δοθεί σχήμα. Ισως η ψυχή να χρειάζεται, πάνω απ’ όλα, μορφή για να μη χαθεί τελείως μέσα στην ακαταστασία του αισθήματος.

Δεν είναι παράλογο που αγαπάμε περισσότερο τις λέξεις που δεν ειπώθηκαν ποτέ από αυτές που πράγματι έπεσαν στο τραπέζι. Η τέχνη δεν είναι το αντίδοτο στην ατέλεια της ύπαρξης. Είναι το κάτοπτρό της – φτιαγμένο όμως από καθαρότερο υλικό: από προσοχή, από επιμονή, από μνήμη. Και κυρίως, από την πίστη πως κάπου, κάποτε, θα μπορούσαμε να έχουμε ζήσει αλλιώς.