Ο Αιμίλιος Χειλάκης λέει πως έχει βαρεθεί να εισπράττει κολακείες και φιλοφρονήσεις για το ηχόχρωμα της φωνής του. Οχι, καθόλου δεν μεμψιμοιρεί για το αυταπόδεικτο χάρισμά του, το οποίο κατάφερε εξάλλου να αξιοποιήσει και ως ένα πρώτης τάξεως εργαλείο για τη δουλειά του.
Απλώς πιστεύει ότι έχει έρθει το πλήρωμα του χρόνου να μετατοπίσουμε το ενδιαφέρον μας από τον τρόπο που τον ακούμε να μιλά και να συγκεντρωθούμε στα λόγια των μεγάλων και των σπουδαίων συγγραφέων που εκφέρει. Αλλά και να κοιτάξουμε τον καθρέφτη που σε κάθε παράστασή του παλεύει να σηκώσει από σκηνής και να αντιμετωπίσουμε με θάρρος, χωρίς παρωπίδες και παιδιάστικα καλοπιάσματα, τον αντικατοπτρισμό μας.
Η αλήθεια είναι πως η συνθήκη της φετινής θερινής περιοδείας του είναι ιδανική για να το αποπειραθεί κανείς. Ο αγαπητός και ακάματος ηθοποιός επιστρέφει σε ένα κείμενο που σφράγισε την υποκριτική πορεία του – σε τέτοιον βαθμό, ώστε κάποιοι να προκρίνουν την παράσταση «Μόνος με τον Αμλετ» ως το αδιαφιλονίκητο magnum opus της καριέρας του. Μαζί με τον πολύτιμο και σπουδαίο, όπως τον χαρακτηρίζει, συνεργάτη του, τον Μανώλη Δούνια (με τον οποίο συνυπογράφει τη σκηνοθεσία και τη διασκευή), ο Χειλάκης καταπιάνεται και αναμετριέται ξανά με τους ήρωες του Σαίξπηρ – σε μετάφραση Γιώργου Χειμωνά.

© Κοσμάς Κουμιανός
Κυρίως βάζει για μία ακόμα φορά στοίχημα με τον εαυτό και το μπόι της αναγνωρισιμότητάς του. Να κάνει τους θεατές πλουσιότερους σε σκέψεις και προβληματισμούς και όχι σε στιγμιότυπα της μεγεθυσμένης δημόσιας εικόνας του επί σκηνής.
Ομως η συζήτηση με τον Αιμίλιο Χειλάκη δεν ξεκινά – τουλάχιστον σε πρώτη ανάγνωση – από τους σαιξπηρικούς ήρωες και την παράσταση. Αλλά από μια πρόσφατη, καθοριστική, όπως αντιλαμβάνομαι, στιγμή για τον ίδιο. Τη συμμετοχή του στη 2η Διεθνή Διάσκεψη του Ινστιτούτου Αλέξη Τσίπρα την οποία συντόνισε η δημοσιογράφος του MEGA Δώρα Αναγνωστοπούλου και την ανεπανάληπτη εμπειρία να συνομιλήσει, έστω και με τη διαμεσολάβηση του Διαδικτύου, με ένα από τα πολιτικά ινδάλματά του, τον αμερικανό γερουσιαστή Μπέρνι Σάντερς.
Αλήθεια, κύριε Χειλάκη, πώς βρεθήκατε σε αυτή τη θέση;
«Είχα την πρόταση από τον Αλέξη Τσίπρα να παρουσιάσουμε και να συντονίσουμε τις βραβεύσεις των δημιουργών του ντοκιμαντέρ «No Other Land». Στην πραγματικότητα, ήταν μια υπέροχη ευκαιρία να συνομιλήσω με όλους αυτούς τους νέους ανθρώπους που συγκεντρώθηκαν για να μιλήσουν για το πρόβλημα της δημοκρατίας σήμερα.
Δεν μπορούμε να αφήσουμε τη συντηρητική πλευρά της ιστορίας να νικήσει σε σχέση με το ποια είναι η θέση μας παγκοσμίως. Μαζί με τον συνάνθρωπο. Πρέπει πάντα να θυμόμαστε ότι το σπουδαιότερο που έχουμε σε αυτή τη ζωή είναι η ζωή μας με τους άλλους. Δεν είμαστε μόνοι. Και αυτός ο κοινωνισμός – βαφτίστε το όπως θέλετε, σοσιαλισμό ή κομμουνισμό, δεν με ενδιαφέρει αυτή τη στιγμή –, αυτή η κοινωνιστική άποψη είναι το σπουδαίο που πρέπει να φέρουμε αυτή τη στιγμή στην πολιτική στην Ελλάδα και στην Ευρώπη.
Οπου «άλλος» βάλτε τον ξένο, τον μετανάστη, τον διαφορετικό, το μέλος της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας, τον άνθρωπο ο οποίος έχει διαφορετική άποψη από τους άλλους, τη γυναίκα η οποία θέλει να αναλάβει την ευθύνη για το σώμα της, με τις αποφάσεις που παίρνει η ίδια για το σώμα της μες στην κοινωνία. Οπως καταλαβαίνετε, η προοδευτικότητα δεν έχει να κάνει με το πώς αντιλαμβάνομαι εγώ τα πράγματα, αλλά με το πώς πρέπει να τα αντιληφθούμε όλοι».

Στιγμιότυπο από την παράσταση «Μόνος με τον Άμλετ»
Τι πιστεύετε ότι φταίει και είμαστε όμως σε αυτή την ξεκάθαρη συντηρητική στροφή;
«Να ξεκαθαρίσουμε κάτι εξαρχής. Το να είσαι συντηρητικός δεν σημαίνει πως είσαι και φασίστας, πως είσαι εχθρός με τους άλλους. Στη συντήρηση στρεφόμαστε από τη στιγμή που φοβόμαστε για το μέλλον μας, για την επόμενη μέρα, για το τι ακριβώς συμβαίνει με τους μισθούς μας, με το τι γίνεται τελικά με τις ζωές μας.
Από το να προσπαθείς να διαφυλάξεις τα κεκτημένα σου μέχρι να κάνεις σημαία ότι όλοι οι άλλοι είναι εχθροί σου η απόσταση είναι μεγάλη. Γιατί όμως κάποιοι διανύουν αυτή την απόσταση; Διότι, αν κοιτάξετε τη μεγάλη εικόνα, θα δείτε ότι η εποχή της ελπίδας, που ζήσαμε από το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’90, κατακρημνίστηκε.
«Λέμε επί σκηνής ιστορίες μεγάλων και σπουδαίων μυαλών που ίσως μας είναι χρήσιμες για να αντιληφθούμε πώς κοιτάζουμε δίπλα μας».
Και άρχισε να κατακρημνίζεται, όπως σημείωσαν πολλοί ομιλητές στην εκδήλωση του Ινστιτούτου Τσίπρα, ανάμεσά τους και ο Μάικλ Σαντέλ, από τη στιγμή που η Θάτσερ ανέλαβε την εξουσία στο Ηνωμένο Βασίλειο και ο Ρίγκαν στις ΗΠΑ. Ξεκίνησε μια οικονομική πολιτική η οποία είχε στόχο την ιδιωτικοποίηση.
Η κατάπτυστη πολιτική της Θάτσερ έγινε η κυρίαρχη πολιτική της Ευρώπης από τα τέλη του ’70 και μετά. Δημιουργήθηκε, με άλλα λόγια, η πεποίθηση ότι όποιος γνωρίζει από επιχειρήσεις μπορεί να είναι και ο πρωθυπουργός. Ή ο πρόεδρος σε μια χώρα όπως οι ΗΠΑ. Φτάσαμε έτσι στην αλλαγή του μοντέλου. Από τη διακυβέρνηση περάσαμε στη διοίκηση. Η διακυβέρνηση όμως ξεκινά από μια ιδεολογική βάση. Η διοίκηση έχει μόνο μία ιδεολογία: το κέρδος.

© Κοσμάς Κουμιανός
Δεν είμαι πολιτικός αναλυτής, είμαι ένας άνθρωπος ο οποίος έχει πολιτικό νου και πολιτική άποψη. Ακουσα λοιπόν σε αυτό το συνέδριο ανθρώπους οι οποίοι έθεσαν τις σωστές ερωτήσεις. Δεν πρόσφεραν έτοιμες απαντήσεις. Οπου ακούς απάντηση να φεύγεις. Αν κάποιος νομίζει ότι σου απαντά στο πρόβλημά σου και ο ίδιος απατάται. Εμένα η δουλειά μου είναι να θέτω ερωτήσεις. Αυτό κάνω και μέσω της παράστασης «Μόνος με τον Αμλετ»».
Το γεγονός ότι συμμετείχατε σε μια πολιτική εκδήλωση το σκεφτήκατε ενδεχομένως δυο φορές; Σκεφτήκατε ότι μπορεί να σας στοιχίσει;
«Δεν κινδυνεύω από αυτό. Ο κόσμος γνωρίζει ότι είμαι ένας άνθρωπος που έχει δηλώσει την πολιτική του θέση. Γνωρίζει επίσης ότι δεν ανήκω με σκληρούς κομματικούς όρους σε μία άποψη της ιστορίας».
«Ξέρετε ποιο είναι το πιο δημιουργικό πράγμα που μπορεί να κάνει ένας πολίτης σήμερα; Να ψηφίσει».
Δεν είστε δογματικός;
«Πιστεύω ότι ο δρόμος είναι ένας. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θέλω να απευθύνομαι μόνο στους όμοιούς μου. Το αντίθετο. Η τέχνη μας είναι παραβολική, είναι επί παραδείγματι. Λέμε ιστορίες μεγάλων και σπουδαίων μυαλών που ίσως μας είναι χρήσιμες για να αντιληφθούμε πώς κοιτάζουμε δίπλα μας. Προσωπικά, δεν θέλω ποτέ να προσβάλω κάποιον που δεν σκέφτεται το ίδιο με εμένα.
Θέλω κατ’ αρχάς να τον ακούσω και, αφού τον ακούσω, να του πω και τη δική μου γνώμη. Αυτό διεκδικώ. Και το θέατρο αυτό κάνει. Ισως τελικά ακούσουμε στη γνώμη του άλλου κάτι που δεν είχαμε αντιληφθεί ότι υπήρχε. Και να σας πω και κάτι άλλο; Πιστεύω ότι είναι πολύ λίγοι στ’ αλήθεια οι σταλινικοί αριστεροί ή οι φασίστες δεξιοί».
Ναι, αλλά κάνουν πολύ θόρυβο.
«Εντάξει, κάνουν φασαρία και ακούγονται, γιατί ουσιαστικά είναι εκείνοι που δεν ακούν τον άλλον. Κάνουμε φασαρία για να μην ακούμε, όχι για να μας ακούσουν».
Δώδεκα χρόνια µετά το πρώτο ανέβασµα του «Μόνος µε τον Αµλετ», επιστρέφετε στο ίδιο κείµενο. Ποια ανάγκη σάς καθοδήγησε;
«Τι με καθοδήγησε; Ολα αυτά που συζητάμε αυτή τη στιγμή. Γιατί μέσα από αυτό το έργο εγώ έρχομαι να προτείνω την πράξη. Να κάνουμε δηλαδή κάτι πιο δημιουργικό ως πολίτες.

Στιγμιότυπο από την παράσταση «Μόνος με τον Άμλετ»
Ξέρετε ποιο είναι το πιο δημιουργικό πράγμα που μπορεί να κάνει ένας πολίτης σήμερα; Να ψηφίσει. Να αναλάβει το θάρρος της γνώμης του. Ακόμα και η ψήφος διαμαρτυρίας είναι μια αρχή, σίγουρα καλύτερη από την απάθεια. Και σας το λέει αυτό κάποιος που από τα 27 έως τα 40 του χρόνια είχε σημαία του την αποχή».
Τι σας έκανε να αναθεωρήσετε;
«Η συνειδητοποίηση ότι αυτή η στάση μου, είχε δυναμώσει τις ακραίες φωνές».
Καταλαβαίνω ότι δεν χάνετε την ελπίδα σας. Δεν σηκώνετε ποτέ τα χέρια ψηλά;
«Δεν μπορώ να το κάνω αυτό, γιατί η τέχνη μου είναι δημιουργία κοινωνική. Αλλιώς θα το είχα κλείσει το μαγαζί και θα ‘χα φύγει. Πολλές φορές μού έχει έρθει να το κάνω. Πιστεύω όμως ότι υπάρχουν άνθρωποι που σε ακούν και ας μην απαντούν. Εχουν ακούσει όμως.
Δεν πιστεύω ότι το κοινό είναι αυτοί που έρχονται να σε δουν, αλλά εκείνοι που θα έρθουν να σε δουν. Γιατί έχουν ακούσει ότι δεν είμαι κάποιος που κάνει μια παράσταση επειδή απλώς θέλει να βιοποριστεί ή να υπάρχει. Αλλά αυτός που κάνει μια παράσταση γιατί έχει κάτι να σου πει. Και σε περιμένει να έρθεις να το ακούσεις».
Δεν γίνατε ποτέ εργοστάσιο παραγωγής έργων και ρόλων;
«Δεν έγινα. Αν και δηλώνω «παραστασάς». Θέλω μια παράσταση να γίνει βρέξει-χιονίσει, για να μπορέσουν να πληρωθούν οι άνθρωποι, να κινηθεί αυτό που λέγεται οικονομία μέσα στο θέατρο. Δεν είναι μόνο αυτό που βλέπετε επί σκηνής. Υπάρχει ένα μικρό χωριό σε μια παράσταση, σε μια περιοδεία, που ζει από αυτό».
«Δεν πιστεύω ότι το κοινό είναι αυτοί που έρχονται να σε δουν, αλλά εκείνοι που θα έρθουν να σε δουν».
Αναλαμβάνετε δηλαδή την ευθύνη σας ως «βιτρίνα» μιας παράστασης;
«Βέβαια την αναλαμβάνω την ευθύνη μου. Αναλαμβάνω την ευθύνη ότι υπάρχουν άλλες 10 οικογένειες που θα ζήσουν από μια σκέψη ή μια ιδέα μου. Δεν είμαι λοιπόν μόνος σε μια παράσταση με τον Αμλετ. Είμαι κάποιος άνθρωπος που, έχοντας την ευθύνη του κύρους μου, δημιουργώ χώρο για να μπορούν να υπάρχουν και άλλοι. Το κοινό που θα έρθει, οι άνθρωποι που δουλεύουν μαζί του, οι συντελεστές. Είναι σπουδαίοι. Τους κοιτάζω και λέω: «Τι ωραία που δουλεύουν αυτοί οι άνθρωποι μαζί». Αρα μάλλον κι εγώ κάτι καλό κάνω.
Με κάποιον τρόπο ο ετεροκαθορισμός, που έχει δαιμονοποιηθεί ως έννοια, είναι τελικά η στιγμή που καταλαβαίνουμε τον εαυτό μας. Αν κοιτάξεις τον εαυτό σου μέσα από τα μάτια ανθρώπων που θαυμάζεις, κάτι καταλαβαίνεις. Αν σε θαυμάζουν κι αυτοί, είναι σπουδαίο».

© Κοσμάς Κουμιανός
Ναι, αλλά υπάρχει και η πιθανότητα να δει κανείς πράγματα για τον εαυτό του που δεν θα του αρέσουν.
«»Είμαι αλαζόνας, μνησίκακος, φιλόδοξος, κουβαλάω κακίες που δεν υπάρχει σκέψη να τις σκεφτεί, φαντασία να τις πλάσει και καιρός για να γίνουν πράξεις» λέει ο Αμλετ. Ζηλεύουμε, θυμόμαστε τον άνθρωπο που μας έχει κάνει κακό, είμαστε φιλόδοξοι, είμαστε αλαζόνες, θεωρούμε τον εαυτό μας καλύτερο από τους άλλους. Αλήθεια, όμως, το έχουμε αποδείξει ότι είμαστε καλύτεροι από τους άλλους ή είναι απλώς κάτι που υπάρχει μόνο μέσα στο δικό μας μυαλό;».
«Η προοδευτικότητα δεν έχει να κάνει με το πώς αντιλαμβάνομαι εγώ τα πράγματα, αλλά με το πώς πρέπει να τα αντιληφθούμε όλοι».
Εσείς, αλήθεια, νιώσατε ποτέ πιο σημαντικός από όσο ήσασταν; Κατά το κοινώς λεγόμενο, «την ακούσατε»;
«Συνέβη αυτό. Και πρέπει να σου συμβεί. Πρέπει να θαυμάσεις κάποια στιγμή τον εαυτό σου. Πρέπει να γυρίσεις και να πεις ένα μπράβο στον εαυτό σου που κατάφερε να κάνει κάτι το οποίο είχε θέσει ως στόχο. Ξέρετε ποιο είναι το πρόβληµα; Αν θαυµάζεις τον εαυτό σου χωρίς να έχεις βάλει έναν σκοπό να πετύχεις κάτι. Δεν είναι κακό να θριαμβολογείς για μια επιτυχία σου. Στο κάτω-κάτω, τα έχεις καταφέρει. Το θέμα είναι να μη θριαμβολογείς επειδή έχεις μπλε μάτια. Δεν έχεις κάνει κάτι γι’ αυτά. Αλήθεια, πώς κοιτάς με αυτά τα μάτια;».
Θέλετε το κοινό να έρθει στο «Μόνος με τον Αμλετ» για να παρακολουθήσει την παράσταση ή για να δει τον Χειλάκη; Με ποιο από τα δύο θα είστε πιο χαρούμενος;
«Κατά πάσα πιθανότητα θα έρθουν να δουν τον Χειλάκη. Αυτό είναι το μεγάλο κέρδος των πρωταγωνιστών. Των πρωταγωνιστών που έχουν άποψη. Εγώ θεωρώ ότι είμαι παιδί του Γιάννη Μπέζου. Στο πώς αντιλαμβάνεται το θέατρο και τη δουλειά. Στην ηθική που έχει για τα πράγματα. Με τον Γιάννη πάντα συμφωνούμε σε κάτι. Οτι το κοινό θα έρθει να δει εσένα, αλλά, αν τους έχεις ετοιμάσει κάτι σπουδαίο, θα φύγουν πιο πλούσιοι. Μπορεί να διαφωνήσουν. Και αυτό πάλι είναι μια ενεργοποίηση της θέσης. Εγώ δεν θέλω να συμφωνήσετε μαζί μου. Ας διαφωνήσετε κιόλας».
«Οπου ακούς απάντηση να φεύγεις. Αν κάποιος νομίζει ότι σου απαντά στο πρόβλημά σου και ο ίδιος απατάται».
Μπορεί μια καλή παράσταση να μετατοπίσει το ενδιαφέρον από το πρόσωπο στη δράση;
«Ναι, νομίζω ότι το μεγάλο πλήθος των παραστάσεων που έχουμε κάνει, το έχει πετύχει αυτό. Γιατί αν έρχεσαι να δεις τον Αιμίλιο Χειλάκη και τον δεις με μια περούκα του τρελού να παίζει φάρσα, διαψεύδεται ο Αιμίλιος Χειλάκης που έχεις αποκρυσταλλώσει μέσα σου. Σωστό; Περιμένεις να δεις έναν δραματικό ηθοποιό που με κάθε του κίνηση και με κάθε του συλλαβή μαγεύει με την ωραία φωνή που έχει. Αμάν πια με αυτή την ωραία φωνή. Εχω βαρεθεί».

Στιγμιότυπο από την παράσταση «Μόνος με τον Άμλετ»
Εχετε βαρεθεί την ωραία σας φωνή;
«Οχι, αλλά έχω βαρεθεί να μου το λένε. Το θέμα είναι τι λέει αυτή η ωραία φωνή. Ακούστε τι σας λέει. Αυτή η ωραία φωνή σάς λέει Χειμωνά, σας έχει πει Μολιέρο, Σοφοκλή, Σαίξπηρ. Σας έχει μιλήσει με σπουδαίους όρους. Μη μένετε στο ηχόχρωμα. Ακούστε τι θέλει να σας πει».
Info: «Μόνος µε τον Αµλετ». Επόµενες παραστάσεις της περιοδείας: 25/6 στο Θέατρο Βράχων Βύρωνα, 1/7 στα Χανιά, 4/07 στο Ηράκλειο, 7/7 στο θέατρο Δάσους Θεσσαλονίκης. Κεντρική φωτογραφία: Κοσμάς Κουμιανός, Fashion Editor: Αριστείδης Ζώης, Grooming: Χρύσα Βερτσιώτη (D-Tales Creative Agency).